1. Περιοδολόγηση της ιταλικής κυριαρχίας
Η περίοδος της ιταλικής κυριαρχίας στα Δωδεκάνησα (1912-1943) μπορεί να χωριστεί σε τέσσερις περιόδους σύμφωνα με τις αρχές του διεθνούς δικαίου:
1. Από τις 5-5-1912 (απόβαση των Ιταλών στα Δωδεκάνησα) μέχρι τις 18-10-1912, οπότε και υπογράφεται η ιταλοτουρκική συνθήκη ειρήνης στο Ουσί. Πρόκειται για κατάληψη με προσωρινό χαρακτήρα που χαρακτηρίζεται στρατιωτική κατοχή (occupatio bellica). Την περίοδο αυτή το καθεστώς των νησιών δεν αλλάζει.
2. Από τις 18-10-1912 μέχρι τις 20-8-1915, οπότε η Ιταλία κηρύσσει τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Πρόκειται για την περίοδο της «επί ενεχύρω κατοχής» (occupatio in pignore). Έτσι περιγράφεται η συνέχιση της στρατιωτικής κατοχής μέχρι την εκπλήρωση των όρων της συνθήκης του Ουσί.
3. Από τις 20-8-1915 η κατοχή μετατρέπεται σε «occupatio de facto» και διαρκεί μέχρι την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάνης στις 24-7-1923, όταν τα νησιά παραχωρούνται οριστικά στην Ιταλία.
4. Από τις 24-7-1923 η κατοχή πλέον μετατρέπεται σε «νόμιμη» (οccupatio de jure) και τα νησιά θα αποτελέσουν κτήση (possedimonto) του Ιταλικού Βασιλείου και όχι αποικία (colonia), υπαγόμενα διοικητικά στο Υπουργείο Εξωτερικών και όχι στο Αποικιών. Η περίοδος αυτή τελειώνει το Νοέμβριο του 1943 με τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας και την κατάληψη των νησιών από τους Γερμανούς.
Η ιταλική κυριαρχία στα Δωδεκάνησα, που θα σφραγίσει αποφασιστικά το χώρο και τους κατοίκους της περιοχής, μπορεί επίσης να περιοδολογηθεί σύμφωνα με ιστορικά κριτήρια, και συγκεκριμένα σύμφωνα με τους κύριους άξονες της ιταλικής πολιτικής στα νησιά του ιταλικού σχεδιασμού. Οι άξονες αυτοί ακολουθούν τις πολιτικές αλλαγές στην Ιταλία και εκφράζονται στο πρόσωπο των δύο κυριότερων διοικητών, οι οποίοι είχαν ευρύτατες αρμοδιότητες εξουσίας.
Η πρώτη περίοδος εκτείνεται από το 1912 μέχρι την οριστική παραχώρηση με την συνθήκη της Λοζάνης (1923).
Η δεύτερη περίοδος θα μπορούσε να ονομαστεί «περίοδος Mario Lago» (1923-1936), από το όνομα του μακροβιότερου διοικητή των νησιών, που ταυτίζεται με την άνοδο των φασιστών στην εξουσία.
Τέλος, η τελευταία περίοδος από το 1936 ως το 1943, θα μπορούσε να ονομαστεί «περίοδος De Vecchi» , από το όνομα του διοικητή και μέλους της Τετρανδρίας του Φασισμού, που συνδέεται με την ανάδειξη της αυτοκρατορικής φυσιογνωμίας του φασισμού και την ανακήρυξη του imperium.
2. Οι άξονες της ιταλικής πολιτικής στα νησιά
2. 1. 1912-1923
Αυτή η πρώτη περίοδος της ιταλικής κατοχής των νησιών, που διπλωματικά εξακολουθούν να ανήκουν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, χαρακτηρίζεται από το διπλωματικό αγώνα των Δωδεκανησίων για ενσωμάτωση στην Ελλάδα –ενδεχομένως με μια περίοδο αυτονομίας ως ενδιάμεση λύση– και των Ιταλών για προσάρτηση στην Ιταλία αντίστοιχα. Οι Δωδεκανήσιοι, από τις πρώτες ημέρες της ιταλικής παρουσίας, με το Συνέδριο της Πάτμου (16-18 Ιουνίου 1912), θα διατρανώσουν την απόφασή τους για αυτονομία και τελική ένωση με την Ελλάδα. Η αναφορά στην Ένωση θεωρήθηκε ωστόσο από μερικούς διπλωματικά άκαιρη τη συγκεκριμένη εκείνη στιγμή. Οι αντιδράσεις των Δωδεκανησίων, που θα κορυφωθούν με τα αιματηρά γεγονότα του Πάσχα του 1919, όταν οι ιταλικές δυνάμεις αντιμετώπισαν με βία τα συλλαλητήρια των Ελλήνων της Ρόδου, θα οδηγήσουν στη συμφωνία Τιτόνι-Βενιζέλου (29-7-1919) και στη συνθήκη των Σεβρών (1920), με τις οποίες ανοίγει ο δρόμος για την ένωση. Όμως, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την άνοδο στην εξουσία των φασιστών που θα καταγγείλουν τις συμφωνίες, τα νησιά θα περάσουν οριστικά στην κατοχή των Ιταλών με τη συνθήκη της Λοζάνης.
Βασικός στόχος της ιταλικής διοίκησης σε αυτή την περίοδο είναι η αποδυνάμωση των θεσμών της Δημογεροντίας και της Εκκλησίας, καθώς και της ισχύος επιφανών οικονομικών παραγόντων του ελληνισμού που μέχρι τότε διαχειρίζονται ουσιαστικά τα νησιά. Ταυτόχρονα, ένα τεράστιο αρχαιολογικό έργο υπό την καθοδήγηση του διάσημου μεσαιωνολόγου Giuseppe Gerola και του αρχαιολόγου Amedeo Maiuri φιλοδοξεί να θέσει τις ιστορικές παρακαταθήκες για την καταγραφή της ιταλοκρατίας ως συνέχειας της εποχής των Ιωαννιτών Ιπποτών. Από την άλλη, ο ιταλικός σχεδιασμός, λόγω του ασαφούς των μελλοντικών εξελίξεων, περιορίζεται στην εκτέλεση βασικών έργων υποδομής που εξασφαλίζουν την εξυπηρέτηση των δυνάμεων κατοχής. Ενδεικτικά αναφέρουμε μια μικρή επέκταση του οδικού δικτύου, την ανέγερση σφαγείων και την τοποθέτηση φανών, ενώ το σπουδαιότερο έργο υπήρξε ο εκσυγχρονισμός του δικτύου υδροδότησης.
Η κατοχή των νησιών εκτός των άλλων συνιστά και μια παρέμβαση που αποκόπτει τα Δωδεκάνησα από τον ευρύτερο χώρο των υπόλοιπων νησιών του Αιγαίου και των μικρασιατικών ακτών. Στο πλαίσιο αυτό επιβάλλονται περιορισμοί στον κατάπλου ελληνικών πλοίων, στις μετακινήσεις των νησιωτών και στη σπογγαλιεία, μέτρα με πολύ σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην οικονομία και τον ανεφοδιασμό των Δωδεκανήσων με προϊόντα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα ένα έντονο μεταναστευτικό ρεύμα που θα μειώσει τον πληθυσμό κατά περίπου 30%, ενώ θα καταγραφούν και θάνατοι από λιμό.
2. 2. Περίοδος Mario Lago (1923-1936)
Σε αυτή την περίοδο αλλάζει ριζικά ο χαρακτήρας της ιταλικής κυριαρχίας στα Δωδεκάνησα, πράγμα που οφείλεται τόσο στο γεγονός ότι τα νησιά ανήκουν και de jure στην Ιταλία όσο και στην άνοδο του Μουσολίνι στην εξουσία. Ας σημειωθεί εδώ ότι η ταύτιση της περιόδου με ένα πρόσωπο δεν είναι τυχαία. Ο κυβερνήτης είχε ευρύτατη νομοθετική, διοικητική και δικαστική εξουσία.
Το χαρακτηριστικό αυτής της περιόδου είναι η απόπειρα εξιταλισμού των νησιωτών. Με το Βασιλικό Διάταγμα μάλιστα της 15-12-1925 οι κάτοικοι θεωρούνται Ιταλοί πολίτες με δωδεκανησιακή υπηκοότητα και απαλλάσσονται από στρατιωτικές υποχρεώσεις. Με το σχολικό κανονισμό του 1926 επιβάλλεται καινούργιο καθεστώς στην εκπαίδευση: τα κοινοτικά σχολεία φεύγουν από την εποπτεία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η διδασκαλία της ιταλικής γλώσσας γίνεται υποχρεωτική, προβλέπεται η ίδρυση Διδασκαλείου για την εκπαίδευση των δασκάλων. Το 1929 επιβλήθηκε υποχρεωτική φοίτηση –ή μετεκπαίδευση– στο Πανεπιστήμιο της Πίζας για την άσκηση επαγγέλματος που απαιτούσε πανεπιστημιακές σπουδές, μέτρο που συνοδεύτηκε με παροχή υποτροφιών σε Δωδεκανήσιους φοιτητές. Ανάλογη είναι και η επέμβαση στο χώρο της Εκκλησίας με την αποτυχημένη προσπάθεια ίδρυσης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Δωδεκανήσου και την ενίσχυση της θέσης της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Επίσης μεταφυτεύεται από την Ιταλία ο θεσμός των φασιστικών οργανώσεων των νέων και σχεδιάζεται ο πλήρης εξιταλισμός των ονομάτων. Σε μεγάλο βαθμό τα μέτρα αποσκοπούν στη συγκρότηση και επιβολή μιας δωδεκανησιακής ιταλικής ταυτότητας σε ευθεία αντιπαράθεση με την ελληνική.
Η παραδοσιακή αγροτική νησιωτική οικονομία υφίσταται δεινό πλήγμα με σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων όπως ο δασικός νόμος του 1924, ο οποίος έθετε σειρά περιορισμών στην καλλιέργεια και διευκόλυνε την οικειοποίηση εκτάσεων από το δημόσιο. Το αποτέλεσμα ήταν η επιδείνωση της θέσης και συχνά η προλεταριοποίηση του αγροτικού πληθυσμού. Ο ιταλικός σχεδιασμός, εκτός από την αναδιάρθρωση και ιταλοποίηση της οικονομίας με την εισβολή επιχειρήσεων από την Ιταλία, θα δώσει ιδιαίτερο βάρος στην ανάπτυξη του τουρισμού. Το 1933 έχουν εκδοθεί 200.000 διαφημιστικά φυλλάδια και 30.000 τουριστικοί οδηγοί σε 4 γλώσσες. Ταυτόχρονα 11 ναυτιλιακές εταιρείες συνδέουν τα Δωδεκάνησα (κυρίως τη Ρόδο) με όλη τη Μεσόγειο.
Αν και οι αριθμοί που δίνουν οι διάφορες πηγές διαφέρουν πολύ μεταξύ τους, σίγουρο είναι πως η μετανάστευση των Δωδεκανησίων πήρε σημαντικές διαστάσεις επί ιταλικής κυριαρχίας. Η μετανάστευση οφειλόταν βέβαια πρωτίστως σε κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες, όμως διευκολύνθηκε και από την ευνοϊκή στάση των ιταλικών αρχών, που σχεδίαζαν να εγκαταστήσουν Ιταλούς εποίκους στη θέση των μεταναστών. Οι προσδοκίες τους είχαν μέτρια αποτελέσματα και το 1936 οι Ιταλοί των Δωδεκανήσων δεν αριθμούσαν πάνω από 16.711 ψυχές, εκ των οποίων οι περισσότεροι ήταν εγκατεστημένοι στη Ρόδο και στη Λέρο. Οι Ιταλοί της Ρόδου και της Κω ήταν αγρότες, εγκατεστημένοι σε νέους οικισμούς που ήταν οργανωμένοι ως αγροτικές επιχειρήσεις. Εκείνοι της Λέρου ήταν κατά κανόνα στρατιωτικοί και κατοικούσαν στις εγκαταστάσεις της πόλης του Porto Lago στο Λακκί.
Αυτό όμως που αποτελεί τη σφραγίδα της ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα είναι η επέμβαση στο χώρο. Δεν είναι τυχαίο ότι η εντυπωσιακή χωροταξική, πολεοδομική και οικοδομική δραστηριότητα που αποβλέπει στην αποικιοποίηση του χώρου θα ονομαστεί από τον ίδιο τον Lago «πολιτική του λίθου».
Η πολεοδομική επέμβαση δεν είναι της ιδίας κλίμακας σε όλα τα νησιά. Στη Ρόδο, την Κω και τη Λέρο η επέμβαση είναι εντυπωσιακή και σε μεγάλο βαθμό καθορίζει ακόμα τη σημερινή φυσιογνωμία των νησιών. Στα υπόλοιπα νησιά οι Ιταλοί περιορίζονται στην κατασκευή μεσαίου μεγέθους διοικητηρίων και κτηρίων δημόσιων υπηρεσιών που δεσπόζουν στο κέντρο του λιμανιού. Το Μάιο του 1923 θα κληθεί από τη Ρώμη ο αρχιτέκτονας Florestano di Fausto, ο οποίος θα σχεδιάσει το νέο ρυθμιστικό σχέδιο της πόλης της Ρόδου. Μετά το σεισμό του 1933 η πόλη της Κω θα σχεδιαστεί από την αρχή με ρυθμιστικό σχέδιο του Rodolfo Petracco. Ο ίδιος θα σχεδιάσει και το Porto Lago, τη μοναδική νέα πόλη, στο Λακκί της Λέρου. Όλες αυτές οι πολεοδομικές επεμβάσεις, που συνοδεύονται από την ανέγερση εντυπωσιακών κτηρίων και αναβαθμίζουν εντυπωσιακά τον αστικό ιστό, θα στηριχτούν σε εκτεταμένες και σχεδόν ανέξοδες αναγκαστικές απαλλοτριώσεις οικοπέδων και κατοικιών.
Η αποικιοποίηση των νησιών δε θα περιοριστεί στον αστικό χώρο. Με σειρά αντιφατικών διαταγμάτων θα αλλάξουν οι χρήσεις γης και οι μορφές της. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε το δασικό νόμο του 1924, με τον οποίο θα αναβαθμιστεί εντυπωσιακά μεν ο δασικός πλούτος, αλλά ταυτόχρονα θα διαλυθεί ο αγροτικός ιστός, και την κατάρτιση του κτηματολογίου, που από τη μια οργανώνει και ορθολογικοποιεί τις χρήσεις γης, αλλά ταυτόχρονα γίνεται το μέσο για εκτεταμένες αλλαγές ιδιοκτησιών.
2. 3. Περίοδος de Vecchi (1936-1940)
Η σκλήρυνση του φασιστικού καθεστώτος με την ανακήρυξη της αυτοκρατορίας (imperio) θα έχει ως αποτέλεσμα την αντικατάσταση του Lago από τον τετράρχη του φασισμού Cesare de Vecchi στη θέση του κυβερνήτη, ο οποίος πλέον εκτός από πολιτική έχει και στρατιωτική εξουσία. Ο de Vecchi είχε ως βασικό στόχο το ριζοσπαστικό εξιταλισμό και θεσμικό εκσυγχρονισμό των νησιών. Προς τούτο επέβαλε ριζικές αλλαγές στην παιδεία με το νέο σχολικό κανονισμό (21-7-1937), που ουσιαστικά καθιέρωνε την πλήρη κυριαρχία της ιταλικής γλώσσας στα σχολεία (η ελληνική διδασκόταν προαιρετικά και χωρίς βιβλία στις πρώτες τάξεις του δημοτικού). Επιπλέον, το διοικητικό σύστημα, που χαρακτηριζόταν από μια ισορροπία ανάμεσα στο παραδοσιακό «κοινοτικό» πλαίσιο και τις εκσυγχρονιστικές προσδοκίες του ιταλικού φασισμού, υπέστη σημαντικές τομές το 1937 με το διορισμό νέων δημάρχων, των podesta, οι οποίοι είχαν άμεση εξάρτηση από τον κυβερνήτη. Το 1938 εισήχθη και στα Δωδεκάνησα ο ρατσιστικός ιταλικός νόμος για τη διαφύλαξη της καθαρότητας της ιταλικής φυλής. Ταυτόχρονα, με μια σειρά διαταγμάτων που εκδόθηκαν το ίδιο έτος επιβλήθηκε η πλήρης νομοθετική εξίσωση με το ιταλικό δίκαιο. Τα μεικτά δικαστήρια των ορθοδόξων, μουσουλμάνων και εβραίων καταργήθηκαν και οι υποθέσεις τους παραπέμφθηκαν στα αστικά δικαστήρια. Οι αρμοδιότητες σύνταξης ληξιαρχικών και συμβολαιογραφικών πράξεων πέρασαν από τις θρησκευτικές κοινότητες στις κρατικές υπηρεσίες.
Ο de Vecchi δε σχεδίασε νέα αναπτυξιακά προγράμματα, αλλά περιορίστηκε στην υλοποίηση αυτών του προκατόχου του, τον οποίο συν τοις άλλοις κατηγορούσε για «ανατολισμό». Η απέχθειά του για αυτό που θεωρούσε «ανατολίτικη αισθητική» τον οδήγησε στην απόφαση να αλλάξει τη μορφή των κτηρίων της Ρόδου. Οι όψεις των κτηρίων καλύφθηκαν με ένα επίχρισμα pietra finta (μείγμα τσιμέντου με σκόνη πωρόλιθου), που έμοιαζε σε χρώμα και υφή με τον πωρόλιθο των κτηρίων της εποχής των Ιπποτών. Χαρακτηριστικά θύματα αυτής της επέμβασης ήταν το Ξενοδοχείο των Ρόδων και το Δικαστικό Μέγαρο που άλλαξαν εντελώς μορφή. Τα λίγα νέα κτήρια που οικοδομήθηκαν χαρακτηρίζονται από τη μνημειακή φασιστική αρχιτεκτονική, που σκόπευε να επιβάλει αισθήματα δέους και σεβασμού εκ μέρους των αυτοχθόνων. Αυτή η περίοδος φθάνει στο τέλος της με την είσοδο της Ιταλίας στον πόλεμο. Τρία χρόνια αργότερα (1943), μετά την πτώση του Μουσολίνι και τη συνθηκολόγηση του Μπαντόλιο, η κατάληψη των νησιών από τους Γερμανούς θα σημάνει και το τυπικό τέλος της παρουσίας των Ιταλών στα νησιά.
|
|
|