1. Ανθρωπογεωγραφία
Η Τήνος είναι το τρίτο σε έκταση νησί των Κυκλάδων μετά τη Νάξο και την Άνδρο και βρίσκεται ανάμεσα στην Άνδρο και τη Μύκονο. Απέχει 86 ναυτικά μίλια από τον Πειραιά και 62 από τη Ραφήνα. Το έδαφός της είναι αρκετά ορεινό και άγονο, με ψηλότερη κορυφή το όρος Τσικνιάς (727 μ.) στην ανατολική πλευρά, χωρίς να απουσιάζουν πεδινές εκτάσεις στο εσωτερικό του νησιού. Οι ακτές της παρουσιάζουν έντονο διαμελισμό, σχηματίζοντας μικρούς ορμίσκους και αρκετά ακρωτήρια, ιδιαίτερα στη βορειοανατολική ακτή, όπου βρίσκεται ο υπήνεμος και φυσικά προστατευμένος από τους ισχυρούς βοριάδες και τα μελτέμια όρμος του Πανόρμου, αλλά και πολυσύχναστες ή ήρεμες παραλίες, προσιτές είτε μέσω του κεντρικού οδικού δικτύου είτε μέσω γραφικών διαδρομών και βατών χωματόδρομων. Το νησί είναι βραχώδες με κυριότερο πέτρωμα το γρανίτη, ενώ σε μεγάλη συχνότητα συναντιούνται ο σχιστόλιθος και το μάρμαρο.
2. Ιστορία
2. 1. Προϊστορία και Αρχαιότητα
Σύμφωνα με την παράδοση, τα παλαιότερα ονόματα του νησιού ήταν α) Υδρούσα, λόγω των άφθονων πηγών της, και β) Οφιούσα, από τα πολλά φίδια, τα οποία σύμφωνα με το μύθο απομάκρυνε ο θεός Ποσειδώνας. Το όνομα Τήνος προέρχεται από τον ομώνυμο αρχηγό των θεωρουμένων πρώτων κατοίκων του νησιού, που ήταν Ίωνες από την Καρία της Μικράς Ασίας.
Η Τήνος κατοικούνταν από την Πρωτοκυκλαδική περίοδο (3η χιλιετία π.Χ.), ενώ ο θολωτός τάφος της Αγίας Θέκλας (13ος-12ος αι. π.Χ.), στο ακρωτήριο του Αγίου Ιωάννη, υποδηλώνει την επιρροή του μυκηναϊκού πολιτισμού στο νησί.
Οι Σκοτεινοί χρόνοι και η Γεωμετρική περίοδος (11ος-8ος αι. π.Χ.) αντιπροσωπεύονται πολύ καλά στο λόφο του Ξώμπουργκου και μαρτυρούν μια ακμάζουσα κοινωνία κατά τη μεταβατική ανάμεσα στα προϊστορικά και στα ιστορικά χρόνια αυτή περίοδο. Τον 6ο αι. π.Χ. η Τήνος ανήκει στους Ερετριείς και το 505 π.Χ. περνάει στα χέρια του τυράννου της Μήλου Αρισταγόρα. Οι Πέρσες υποχρεώνουν το νησί να συμπορευθεί μαζί τους κατά των Ελλήνων, αλλά ο Παναίτιος, ο αρχηγός της τηνιακής τριήρους, αυτομολεί και ενημερώνει τον ελληνικό στόλο στη Σαλαμίνα για τα σχέδια των Περσών. Λόγω της συμβολής των Τηνίων στη νίκη, περιλήφθηκε το όνομά τους στον κατάλογο των πόλεων που συμμετείχαν στον αγώνα κατά των Περσών στο δελφικό τρίποδα. Κατόπιν, οι Τήνιοι βοήθησαν και στη ναυμαχία των Πλαταιών (479 π.Χ.), με αποτέλεσμα να γραφεί το όνομά τους αυτή τη φορά και στο βάθρο του αγάλματος του Διός στην Ολυμπία.
Κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας της Αθήνας (5ος αι. π.Χ.), η Τήνος συμμετέχει στην Αθηναϊκή Συμμαχία. Στη συνέχεια, αποτελεί αντικείμενο έριδας των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και το 314 π.Χ. εντάσσεται στο Κοινό των Νησιωτών, του οποίου γίνεται έδρα στις αρχές του 2ου αι. π.Χ., εξελισσόμενη σε σημαντικό και δραστήριο πολιτιστικό κέντρο της Ελληνιστικής εποχής. Μετά την κατάληψη των Κυκλάδων από τους Ρωμαίους (146 π.Χ.), η Τήνος, όπως και τα περισσότερα νησιά του συμπλέγματος, παρήκμασε και χρησιμοποιήθηκε ως τόπος εξορίας Ρωμαίων πολιτικών εξόριστων.
2. 2. Βυζάντιο - Νεότερη εποχή
Για τα Πρωτοχριστιανικά και τα Βυζαντινά χρόνια δε διαθέτουμε πολλές πληροφορίες, εκτός από το ότι το νησί υφίστατο συχνά πειρατικές επιδρομές από Άραβες και Σαρακηνούς (6ος-8ος αι. μ.Χ.), χωρίς να αναπτύξει ιδιαίτερη πολιτιστική δραστηριότητα. Από τον 9ο αιώνα κ.ε. υπάγεται μαζί με τα υπόλοιπα νησιά των Κυκλάδων στο διοικητικό θέμα του Αιγαίου. Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους (1204) και την ίδρυση του δουκάτου του Αιγαίου (1207), ο δόγης της Βενετίας, Ερρίκος Δάνδολος, εγκαινιάζοντας μια μακρά περίοδο ευημερίας και ανάδειξης του νησιού, το παραχωρεί στους ευγενείς αδελφούς Ανδρέα και Ιερεμία Γκίζι ως το 1390, οπότε περιέρχεται στη διοικητική δικαιοδοσία της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας. Η φραγκική διοίκηση παραχωρεί προνόμια στους Τηνίους και επιτρέπει την ανάπτυξη κοινοτικών αυτοδιοικητικών θεσμών, με αποτέλεσμα τη μετατροπή του νησιού σε ένα από τα πολιτιστικά κέντρα του λατινοκρατούμενου Αιγαίου. Την περίοδο αυτή εκλατινίζεται μεγάλο μέρος του πληθυσμού, με συνέπεια τη δημιουργία και την άνθηση της Καθολικής Χριστιανικής Κοινότητας, που οδήγησε στην ίδρυση της Λατινικής Επισκοπής Τήνου και Μυκόνου. Είναι το μοναδικό νησί των Κυκλάδων, το οποίο, ακόμη και μετά την κατάληψη της Κρήτης (1669) από τους Οθωμανούς, παραμένει υπό βενετική κυριαρχία. Κατά τους πέντε αιώνες της φραγκικής κυριαρχίας, η Τήνος αναδείχθηκε στο πιο πυκνοκατοικημένο νησί των Κυκλάδων, λόγω της κεντρικής θέσης της στο πλέγμα επικοινωνίας του νησιωτικού συμπλέγματος. Οι Οθωμανοί, μετά την κατάληψη του νησιού το 1715, διατήρησαν τα προνόμια των Βενετών και δε διέκοψαν την ανοδική πορεία του νησιού. Κατά το ρωσο-οθωμανικό πόλεμο του 1768-1774 το νησί βρέθηκε υπό ρωσική κατοχή και το επαναστατικό πλήρωμα του Λάμπρου Κατσώνη διέθετε αρκετούς Τηνίους.
Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 η συμβολή της Τήνου σε διάφορες μάχες (Στύρα) και η αποστολή εκστρατευτικών σωμάτων υπήρξαν σημαντικές. Επίσης, η οικονομική ενίσχυση του αγώνα και κυρίως η χρήση του νησιού ως καταφύγιου προσφύγων συμπληρώνουν την εικόνα της προσφοράς της Τήνου. Η Τήνος, όπως και οι υπόλοιπες Κυκλάδες, εντάχθηκε στην επικράτεια του ελληνικού κράτους το 1830. Το σημαντικότερο γεγονός στη νεότερη ιστορία του νησιού είναι ο περίφημος τορπιλισμός από ιταλικό υποβρύχιο του αγκυροβολημένου στο λιμάνι της Τήνου αντιτορπιλικού «Έλλη», στις 15 Αυγούστου 1940, γεγονός που αποτέλεσε τα προεόρτια του ελληνο-ιταλικού πολέμου του 1940-1941 και γι’ αυτό μνημονεύεται κάθε χρόνο ταυτόχρονα με την εορτή της Παναγίας της Μεγαλόχαρης. Το 1941 η Τήνος αρχικά εντάχθηκε στην ιταλική διοίκηση στο πλαίσιο της κατοχής των ελληνικών εδαφών από τις Δυνάμεις του Άξονα. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943 το νησί γνώρισε τη γερμανική κατοχή ως την απελευθέρωσή του το 1944.
Κατά τα Μεταπολεμικά χρόνια η Τήνος επηρεάζεται από την πληθυσμιακή γιγάντωση των μεγάλων αστικών κέντρων, πλήττεται δημογραφικά και βρίσκεται στο περιθώριο. Σήμερα όμως τα πράγματα έχουν αλλάξει, καθώς το προσκύνημα της Μεγαλόχαρης και οι φυσικές ομορφιές του νησιού το έχουν μετατρέψει σε έναν από τους δημοφιλέστερους προορισμούς.
3. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία
Οι σημαντικότεροι και επισκέψιμοι αρχαιολογικοί χώροι προσφέρουν μία εποπτική εικόνα της μακραίωνης ιστορίας της Τήνου. Ο επιβλητικός και οχυρός λόφος του Ξώμπουργου, στο κέντρο του νησιού, ανάμεσα στα γραφικά χωριά Τριπόταμος και Ξυνάρας, φέρει ίχνη χρήσης από την Προϊστορική, Γεωμετρική, Αρχαϊκή και Κλασική περίοδο, με σημαντικότερα τα τμήματα από το τείχος και άλλα δημόσια κτήρια. Πρόκειται για το κέντρο του νησιού κατά τους Προϊστορικούς και Πρώιμους Ιστορικούς χρόνους. Η συνεχής κατοίκηση από τη Μυκηναϊκή εποχή ως την περίοδο των Σκοτεινών χρόνων ρίχνει φως στην κατά τα άλλα ελλιπή γνώση της περιόδου αυτής. Λόγω της φυσικής οχύρωσης που παρέχει ο λόφος, η περιοχή χρησιμοποιήθηκε κατά την περίοδο της βενετοκρατίας και ως το 1830 ως πρωτεύουσα του νησιού. Χτίστηκε το Κάστρο (Μπούργκο), τμήματα του οποίου διακρίνονται και σήμερα, ενώ έξω από το τείχος αναπτύχθηκε το υπόλοιπο κομμάτι της πόλης (Εξώμπουργκο). Από τη θέση αυτή οι κάτοικοι προστατεύονταν με τον καλύτερο τρόπο από τις συνεχείς πειρατικές επιδρομές.
Στη θέση Κιόνια, λίγα χιλιόμετρα ΒΔ της Χώρας, πλησίον της ομώνυμης όμορφης παραλίας, βρίσκεται ο πιο οργανωμένος και εκτεταμένος αρχαιολογικός χώρος του νησιού. Πρόκειται για το ελληνιστικό και ρωμαϊκό κέντρο της Τήνου με επίκεντρο το ιερό του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης. Κατά το 2ο αι. π.Χ. σε αυτό το σημείο βρισκόταν η έδρα του Κοινού των Νησιωτών. Ο χώρος περιλαμβάνει διπλή στοά που οδηγεί στον ιερό χώρο με το δωρικό ναό, το βωμό-θρόνο, καθώς και άλλες συναφείς με τη λατρεία εγκαταστάσεις και χώρους αποθήκευσης. Θέρμες και λουτρά επιβεβαιώνουν τη χρήση του χώρου στους Ρωμαϊκούς χρόνους. Επίσης, πρόπυλο συνδέει τον ιερό χώρο μέσω αρχαίας οδού με τον αρχαίο λιμενοβραχίονα.
Τέλος, πρέπει να αναφέρουμε τα κατάλοιπα αρχαίου ναού, ίσως αφιερωμένου στο Διόνυσο, και οικισμού στα όρια της Χώρας, κοντά στην Παναγία τη Μεγαλόχαρη.
4. Λαϊκή αρχιτεκτονική – παραδοσιακές ασχολίες
Η μακρά διάρκεια της λατινικής κυριαρχίας επηρέασε σημαντικά την εξέλιξη της λαϊκής αρχιτεκτονικής στην Τήνο. Η Χώρα της Τήνου, που αναπτύχθηκε το 18ο αιώνα μετά την εγκατάλειψη του Ξώμπουργου, ακολουθεί τα αρχιτεκτονικά πρότυπα των οικισμών του εσωτερικού του νησιού. Το βασικό υλικό οικοδόμησης είναι ο σχιστόλιθος, που βρίσκεται άφθονος σε όλο το νησί, ενώ το μάρμαρο χρησιμοποιείται για τις διακοσμημένες επιφάνειες. Τα σπίτια διέθεταν κοινούς τοίχους και ήταν μονώροφα ή διώροφα στενομέτωπα, λόγω της κλίσης του εδάφους και της στενότητας του χώρου. Στα διώροφα σπίτια, στο ανώι βρίσκονταν η κουζίνα, τα δωμάτια και ο χώρος συγκέντρωσης, ο οποίος πολλές φορές περιλάμβανε τον αργαλειό ή τα σκεύη για την επεξεργασία του μεταξιού, που ήταν ιδιαίτερα αναπτυγμένη κατά τον 18ο αιώνα. Στο κατώι βρίσκονταν οι βοηθητικοί χώροι, όπως ο φούρνος, το πατητήρι και τα αποθηκευτικά πιθάρια. Οι δύο όροφοι επικοινωνούσαν μέσω εσωτερικής ξύλινης σκάλας, ενώ στο ανώι οδηγούσε μία εξωτερική σκάλα που το συνέδεε απευθείας με το δρόμο.
Οι παραδοσιακοί οικισμοί και τα χωριά της Τήνου διασχίζονται από στενά οφιοειδή πλακοστρωμένα δρομάκια, που αποτελούν τους βασικούς δημόσιους χώρους και συνήθως οδηγούν σε μικρές πλατείες ή σε προαύλιους χώρους εκκλησιών. Τα καμαρωτά λιθόκτιστα και ασβεστόχριστα διαβατικά συνδέουν τους δρόμους και αποτελούν χώρους συγκέντρωσης μαζί με τα βαθμιδωτά πεζούλια.
Στους οικισμούς του νησιού σημαντική θέση κατείχε το πηγάδι, μια κτιστή πηγή που προφυλασσόταν από στοά. Στον περιβάλλοντα χώρο του χτιζόταν το πλυσταριό. Οι κατοικιές, λιθόκτιστα κτίσματα αγροτικού χαρακτήρα, κάλυπταν τις ανάγκες των αγροτών κατά τη διάρκεια των εργασιών τους στο χωράφι. Μαζί με τα βοϊδοκέλλια συμπληρώνουν την εικόνα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, η οποία μας πληροφορεί και για τις βασικές ασχολίες των κατοίκων του νησιού, όπως τη γεωργία, την κτηνοτροφία, τη σηροτροφία, αλλά και την υφαντουργία και την καλαθοπλεκτική. Η τελευταία εξασκείται με τον παραδοσιακό τρόπο σήμερα στο χωριό Βώλακας, που περιβάλλεται από στρογγυλούς γρανιτένιους ογκόλιθους, δίνοντας μια ιδιόμορφη φυσική εικόνα.
Οι σημαντικές πεδινές εκτάσεις ανάμεσα στους ορεινούς όγκους (Κάμπος, Ξώμπουργκο), με τη βοήθεια των ξερολιθιών (αιμασιές), δημιουργούν κατάλληλα προς καλλιέργεια εδάφη, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη της γεωργίας.
4. 1. Μαρμαρογλυπτική – διακόσμηση
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στην έντονη διακοσμητική τάση που παρατηρείται στο εξωτερικό των οικιών. Οι φεγγίτες, τα υπέρθυρα, τα θυρώματα των σπιτιών αναδεικνύονται σε διακοσμητικά έργα τέχνης, αποτελέσματα της σημαντικής μαρμαρογλυπτικής παράδοσης της Τήνου. Η διακοσμητική αυτή τάση είναι εντονότερη στα αρχοντόσπιτα και στα δημόσια κτήρια με τα περίτεχνα οικόσημα, τα ανάγλυφα θυρώματα, τα τέμπλα και τις εισόδους των εκκλησιών. Στη Χώρα ο διακοσμητικός ρυθμός του μπαρόκ, αλλά και η βενετική αρχιτεκτονική, όπως οι τοξοστοιχίες (βόλτοι) και οι διακοσμητικοί κίονες, διαμόρφωσαν την αρχιτεκτονική εικόνα της πρωτεύουσας του νησιού.
(Κωνσταντίνος Τσώνος)
4. 2. Οι μαρμαρογλύπτες της Τήνου
Η Τήνος αποτελεί το μεγαλύτερο κέντρο μαρμαροτεχνίας και λιθογλυπτικής στην Ελλάδα. Το μάρμαρο αφθονεί στο νησί και λατομεία λειτουργούσαν από την Αρχαιότητα. Η αφετηρία της τοπικής μαρμαροτεχνίας εντοπίζεται πριν από το 17ο αιώνα, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των Βενετών, όταν η Τήνος γνώρισε σημαντική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη.
4. 2. 1. Η περίοδος ακμής
Η μαρμαροτεχνία έφτασε στο απόγειό της μετά το 1715, όταν η Τήνος πέρασε στην κυριότητα των Οθωμανών. Τα σημαντικά προνόμια που παραχωρήθηκαν στο νησί το οδήγησαν σε οικονομική ευημερία. Την περίοδο εκείνη δημιουργήθηκε μεγάλος αριθμός εργαστηρίων με επαγγελματική οργάνωση και πλούσιο εξοπλισμό σε εργαλεία.
Δύο ήταν τα μεγάλα κέντρα μαρμάρου στο νησί: τα χωριά Πύργος και Υστέρνια στο βορειοδυτικό τμήμα της Τήνου, όπου βρίσκονταν τα λατομεία μαρμάρου. Η πλειονότητα των κατοίκων ήταν μαρμαράδες, συνδύαζαν δηλαδή την τέχνη και του μαρμαροτεχνίτη και του μαρμαρογλύπτη. Διακρίνονταν για τις διακοσμητικές ικανότητές τους αλλά και για την πρακτική δεξιότητά τους. Χρησιμοποιούσαν την πέτρα και το σχιστόλιθο ως κύρια δομικά υλικά, ενώ με το μάρμαρο κατασκεύαζαν πλακοστρώσεις σε δρόμους, δάπεδα ναών, φεγγίτες, βρύσες, σιντριβάνια, εικονοστάσια, ταφόπλακες, καμπαναριά, τέμπλα, άμβωνες.
Η τέχνη των μαρμαράδων της Τήνου ήταν γνωστή από τον ελλαδικό χώρο ως τη Μικρά Ασία, τα Βαλκάνια, τη νότια Ρωσία και την Αίγυπτο. Κάθε χρόνο σχημάτιζαν κουμπανίες, δηλ. συντροφιές που περιόδευαν για μεγάλο διάστημα σε ολόκληρη την Ελλάδα και έξω από αυτή, για να αναλάβουν παραγγελίες αλλά και να διδάξουν την τέχνη τους σε ντόπιους τεχνίτες. Το φαινόμενο αυτό είχε διάρκεια σχεδόν δύο αιώνων (17ος-19ος). Παράλληλα πολλοί μαρμαράδες εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην Πόλη και τη Σμύρνη, όπου η τέχνη τους έγινε ιδιαίτερα αγαπητή.
4. 2. 2. Η οργάνωση της παραγωγής
Σε κάθε εργαστήρι η διάκριση των τεχνιτών γινόταν με συγκεκριμένο τρόπο. Ο πρωτομάστορας, το αφεντικό και ο ιδιοκτήτης του εργαστηρίου, ήταν υπεύθυνος για την ποιότητα την προϊόντων και για τις συμφωνίες με τους πελάτες. Μαζί του εργάζονταν οι μάστοροι και οι παραγιοί (μαθητευόμενοι). Οι μάστοροι ήταν τεχνίτες με υψηλή τεχνική κατάρτιση και δούλευαν με μεροκάματο. Κοντά τους μάθαιναν την τέχνη οι παραγιοί χωρίς χρηματική αμοιβή, με εξασφαλισμένη μόνο την τροφή και τη στέγη. Ο γιος κληρονομούσε από τον πατέρα του τα μυστικά της δουλειάς μαζί με την κασέλα με τα σύνεργα, σημαντικό κειμήλιο της οικογένειας.
4. 2. 3. Τα λαϊκά λιθόγλυπτα της Τήνου
Στην Τήνο η λιθογλυπτική συνδέεται με το μάρμαρο. Οι αποχρώσεις του ποικίλλουν: λευκό, γκρίζο, άλλοτε και μαύρο, ανάλογα με το νταμάρι εξόρυξής του. Από τα πιο χαρακτηριστικά παραδοσιακά λιθόγλυπτα είναι οι περιστεριώνες, τα υπέρθυρα, οι φεγγίτες, αλλά και τα παιδικά χαράγματα. Τα υπέρθυρα πάνω από την είσοδο των κατοικιών διακοσμούνται με φυλακτικά σύμβολα που προστάτευαν την οικογένεια από κάθε κακό. Την ίδια σημασία έχουν και οι φεγγίτες πάνω από τις πόρτες και τα παράθυρα. Η ιδιαίτερη διακόσμησή τους τους κάνει, όμως, συγχρόνως λειτουργικούς, αφού η διάτρητη επιφάνεια αφήνει το φως, τον ήλιο και τη δροσιά να περάσει μέσα στο σπίτι.
Μοναδικό φαινόμενο για τη λαϊκή λιθογλυπτική αποτελούν τα παιδικά χαράγματα, πολλά από τα οποία σώζονται ακόμα στους δρόμους του Πύργου και εικονίζουν ξωκλήσια, ανεμόμυλους, μαθητές με το τετράδιό τους. Πρόκειται για χαράγματα πάνω στις μαρμαρόπλακες των δρόμων από παιδιά που ονειρεύονταν να γίνουν κάποτε άξιοι τεχνίτες.
4. 2. 4. Από τους μαρμαράδες της Τήνου στους γλύπτες της Αθήνας
Το 19ο αιώνα, στο πλαίσιο της ανοικοδόμησης του νεοσύστατου κράτους, τεχνίτες από την Τήνο ανέλαβαν μνημειακά κτήρια της Αθήνας, όπως τα Παλαιά Ανάκτορα (Βουλή), το Πανεπιστήμιο, η Ακαδημία, η Εθνική Βιβλιοθήκη, πολλά αρχοντικά και εκκλησιές, όπως η Μητρόπολη, αλλά και αναστηλώσεις αρχαίων μνημείων, όπως ο Παρθενώνας και η Ολυμπία.
Η μεγάλη ζήτηση για μαρμαράδες οδήγησε πολλούς να αφήσουν το νησί για να ανοίξουν μαρμαρογλυφεία στην Αθήνα, όπου σταδιακά δημιουργήθηκε ισχυρό κέντρο λιθογλυπτικής. Το αστικό περιβάλλον και οι νέες ανάγκες της πελατείας απομάκρυναν τους μαρμαράδες της πρωτεύουσας από την παράδοση, με αποτέλεσμα τα έργα τους να αποκτήσουν αστικό ύφος. Μάλιστα πολλοί από αυτούς αποφάσισαν να σπουδάσουν διαμορφώνοντας έτσι μια νέα γενιά «σπουδαγμένων» γλυπτών-καλλιτεχνών που διέφερε από τους έμπειρους μαρμαρογλύπτες-μάστορες. Ονομαστός εκπρόσωπος αυτής της ακαδημαϊκής γλυπτικής είναι ο Γιαννούλης Χαλεπάς.
Στην Τήνο, ωστόσο, στα τοπικά εργαστήρια, η παράδοση διατηρήθηκε. Η παράλληλη πορεία μεταξύ των δύο κέντρων μαρμαροτεχνίας (Τήνος – Αθήνα) κράτησε ως τα τέλη του 19ου αιώνα.
4. 2. 5. Μαρασμός και σύγχρονη δημιουργία
Από τις αρχές του 20ού αιώνα τα παραδοσιακά εργαστήρια της Τήνου ακολούθησαν φθίνουσα πορεία. Όλο και περισσότεροι μαρμαράδες εγκατέλειπαν το νησί για τα μεγάλα αστικά κέντρα τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Είναι η εποχή που οι παραγγελίες ξεφεύγουν από την παράδοση και η τέχνη περνά στην ψυχρή τυποποίηση.
Στο νησί λειτούργησαν ως το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αρκετά εργαστήρια. Μετά την απελευθέρωση όμως πολλοί μαρμαράδες βρήκαν δουλειά στην Αθήνα ως οικοδόμοι ενώ άλλοι στράφηκαν προς τη μαρμαροβιομηχανία. Η τέχνη της μαρμαρογλυπτικής προσαρμόστηκε σταδιακά στη νέα εποχή με χαρακτηριστικό γνώρισμα πλέον τη χρήση βιομηχανικών εργαλείων. Ωστόσο, η ίδρυση της Προπαρασκευαστικής Σχολής Καλών Τεχνών Πανόρμου με την ενίσχυση του Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου συνέβαλε ουσιαστικά στη διατήρηση της τέχνης στο νησί.
Εδώ και μία 20ετία η λαϊκή μαρμαρογλυπτική έχει ξαναζωντανέψει στην Τήνο από νέους τεχνίτες, απόφοιτους κατά κανόνα της Σχολής Καλών Τεχνών του Πύργου. Η αύξηση του τουρισμού και η μόδα του «φολκλόρ» επανέφερε τα λαϊκά λιθόγλυπτα σε εξοχικές κατοικίες και ξενοδοχεία συνεχίζοντας μια παράδοση αιώνων.
(Ελένη Μπαζίνη)
4. 3. Οι περιστεριώνες της Τήνου
Συστατικό στοιχείο του τοπίου της Τήνου είναι οι φημισμένοι περιστεριώνες, οι οποίοι χαρακτηρίζουν ιδιαίτερα το κεντρικό και κεντροανατολικό τμήμα της. Η κατοχή ενός τέτοιου κτίσματος κατά το 18ο και 19ο αιώνα αποτελούσε μέσο κοινωνικής ανάδειξης και υπεροχής, αλλά και οικονομικής ευμάρειας. Οι περιστεριώνες χτίζονται κοντά σε ρεματιές και εύφορες εκτάσεις και σε λοφοπλαγιές, έτσι ώστε να προστατεύονται από τους ανέμους και να προσελκύουν τα περιστέρια. Είναι διώροφοι και ο πρώτος όροφος εξυπηρετεί την αποθήκευση των εργαλείων και την εξυπηρέτηση της συλλογής των περιττωμάτων για λίπασμα, ενώ ο δεύτερος όροφος προορίζεται για την εκτροφή των περιστεριών.
Πρόκειται για κλειστούς, ορθογώνιους χώρους με μία είσοδο για τον ιδιοκτήτη και μικρά περάσματα για τα πουλιά και τον εξαερισμό. Πεσσοί και κιονίσκοι, πιθανότατα προερχόμενοι από την αρχιτεκτονική των ενετικών πύργων, δίνουν πυργοειδή μορφή στις κατασκευές. Υπάρχει αρκετός χώρος για την κίνηση και την υποδοχή της τροφής των πτηνών, ενώ οι εξωτερικές επιφάνειες χρησιμεύουν ως λιάστρες. Οι επιφάνειες αυτές διακοσμούνται με περίτεχνα μοτίβα (ρόμβοι, τρίγωνα, κύκλοι), που αποτελούν αριστουργήματα της λαϊκής τέχνης, διαφέρουν από κτίσμα σε κτίσμα και εναλλάσσονται με το ασβεστόχριστο εξωτερικό.
Το 1984 το Υπουργείο Πολιτισμού, με το ΦΕΚ 674/Β 1984, κήρυξε το σύνολο των περιστεριώνων της Τήνου ως έργα τέχνης που χρήζουν προστασίας και ως μνημεία που χρήζουν διατήρησης, καθώς αποτελούν αντιπροσωπευτικά δείγματα λαϊκής αρχιτεκτονικής, μοναδικής στο είδος της. Επιπλέον, το 2003 το Υπουργείο Αιγαίου προχώρησε στην κήρυξη ενός υποσυνόλου 61 περιστεριώνων ως διατηρητέων μνημείων.
Οι πρόσφατες συντονισμένες ενέργειες της εταιρείας Φίλοι του Πρασίνου και της πολιτείας οδήγησαν στην αναστήλωση πολλών περιστεριώνων και στην ανακήρυξή τους σε προστατευόμενα παραδοσιακά κτίσματα.
5. Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας της Τήνου
Ο ναός της Μεγαλόχαρης αποτελεί το επίκεντρο της λατρείας του νησιού, με σημαντική κοινωνική και πολιτιστική προσφορά που έχει ως αιχμή της την οργάνωση του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος της Ευαγγελίστριας της Τήνου. Το συγκεκριμένο ίδρυμα (1840) έχει θεσπίσει υποτροφίες για ανώτερες καλλιτεχνικές σπουδές και συντηρεί από το 1955 τη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανόρμου, συνεχίζοντας τη μακραίωνη παράδοση της μαρμαρογλυπτικής. Το σημαντικότερο επίτευγμα του ιδρύματος είναι η δημιουργία έξι μουσείων που αναδεικνύουν την πολιτιστική φυσιογνωμία του νησιού και εξυψώνουν το ίδρυμα στον πρώτο πολιτιστικό φορέα του νησιού. Πρόκειται για την Έκθεση Εκκλησιαστικών Εικόνων και Κειμηλίων, την Πινακοθήκη με αντίγραφα έργα ξένων καλλιτεχνών, αλλά και πρωτότυπα Ελλήνων, ανάμεσα στα οποία και των Τηνίων Νικηφόρου Λύτρα και Νικολάου Γύζη, το Μουσείο Τηνίων Καλλιτεχνών με έργα γλυπτών, όπως ο Φιλιππότης και ο Βούλγαρης, αλλά και πίνακες των Λύτρα και Γύζη, το Μουσείο Αντωνίου Σώχου, και το Μουσείο Γιαννούλη Χαλεπά που περιλαμβάνει έργα της δεύτερης περιόδου του μεγάλου Τήνιου γλύπτη. Τα μουσεία βρίσκονται στο περιβάλλον συγκρότημα της Μεγαλόχαρης. Στο χωριό Πύργος, από όπου προέρχονται πολλοί Τήνιοι καλλιτέχνες και είναι ένα από τα πιο παραδοσιακά χωριά με μεγάλη έμφαση στην ποικιλία της μαρμάρινης διακόσμησης, βρίσκεται το Μουσείο Τηνίων Καλλιτεχνών Πύργου με χαρακτηριστικά γύψινα προπλάσματα έργων ντόπιων καλλιτεχνών, όπως ο Χαλεπάς, ο Σώχος και ο Βούλγαρης. Επίσης, το Μουσείο Τηνίων Καλλιτεχνών Υστερνίων συμπληρώνει την εικόνα της ισχυρής καλλιτεχνικής παράδοσης της Τήνου.
6. Καθολικά και ορθόδοξα μοναστήρια Τήνου
Η Τήνος διαθέτει μεγάλο αριθμό μοναστηριών, που είναι χτισμένα στους πρόποδες λόφων, σε πολύ όμορφο περιβάλλον, συμπληρώνοντας αρμονικά την εικόνα της υπαίθρου του νησιού. Η Ιερά Μονή Κεχροβουνίου (18ος αιώνας), που μοιάζει με μικρογραφία κυκλαδικού χωριού, με τα κυβόσχημα σπίτια, τους στενούς δρόμους και τις μαρμάρινες διακοσμήσεις, ανήκει στην κατηγορία των οχυρωματικών, σύνθετων ελεύθερων μοναστικών συγκροτημάτων και είναι το μεγαλύτερο του νησιού.
Επίσης, η Ιερά Μονή Αγίας Τριάδας Γύρλα, ανατολικά της Χώρας, χτισμένη σε καταπράσινο περιβάλλον, διαθέτει ξυλόγλυπτο τέμπλο και φιλοξενεί οστεοφυλάκιο επιφανών Τηνίων και συλλογή διακοσμημένων υπέρθυρων του νησιού.
Η Μονή της Καταπολιανής, κοντά στα χωριά Πύργος και Υστέρνια στα ΒΔ του νησιού συνδυάζει το όμορφο περιβάλλον στις πλαγιές του λόφου με την ελεύθερη αρχιτεκτονική ανάπτυξή του σε σχήμα Π.
Τη λατρευτική εικόνα του νησιού συμπληρώνουν τα δραστήρια καθολικά μοναστήρια. Η Ιερά Μονή των Ιησουιτών, η Μονή των Ουρσουλίνων και η Ιερά Μονή των Φραγκισκανών στην ευρύτερη περιοχή του Ξώμπουργκου, καθώς και το χωριό Ξυνάρα, που είναι η έδρα του καθολικού επισκόπου, αλλά και τα καθολικά γραφικά χωριά, όπως η Καρδιανή, εξυπηρετούν τις ανάγκες του καθολικού πληθυσμού και συμβάλλουν στην αρμονική συνύπαρξη με το ορθόδοξο στοιχείο. Απόδειξη αυτού του κλίματος είναι το έθιμο της Τράπεζας της Αγάπης, που γίνεται τη Δευτέρα του Πάσχα στο χωριό Κτικάδο, ΒΔ της Χώρας, σύμφωνα με το οποίο στο κέντρο του χωριού στήνεται μια μεγάλη τράπεζα με παραδοσιακά εδέσματα για όλους τους κατοίκους του χωριού, ορθόδοξους και καθολικούς.
(Κωνσταντίνος Τσώνος)
7. Το πανηγύρι της Παναγίας
Η Τήνος συνήθως αποκαλείται το «νησί της Μεγαλόχαρης», καθώς είναι άμεσα συνδεδεμένη με το ναό του Ευαγγελισμού και το περίφημο προσκύνημα που τελείται εκεί καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου και κυρίως στις 15 Αυγούστου, ημέρα του εορτασμού της Κοίμησης της Θεοτόκου.
7. 1. Η εύρεση της εικόνας και η σημασία της
Σύμφωνα με την παράδοση, στις 9 Ιουλίου του 1822 η Παναγία εμφανίστηκε στον ύπνο της μοναχής Πελαγίας στη μονή Κεχροβουνίου της Τήνου και της υπέδειξε το χώρο για το χτίσιμο του ναού της. Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1822 ξεκίνησε η εκσκαφή του χωραφιού, όπου θεμελιώθηκε η εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής.
Στις 30 Ιανουαρίου του 1823 κατά την εκσκαφή που συνεχιζόταν βρέθηκε η εικόνα που απεικόνιζε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και αποδίδεται στον ευαγγελιστή Λουκά. Η εικόνα είχε κοπεί στα δύο, ο αρχάγγελος Γαβριήλ όμως και η Παρθένος Μαρία είχαν παραμείνει άθικτοι. Το νέο της εύρεσης εξαπλώθηκε σε όλο το νησί και οι κάτοικοί του έσπευδαν να προσκυνήσουν την εικόνα.
Σύντομα αποφασίστηκε η ανέγερση ενός νέου ναού, αφιερωμένου στον Ευαγγελισμό, ώστε να πραγματοποιηθεί η εντολή της Παναγίας, σε σχέδια αρχιτέκτονα από τη Σμύρνη. Με τη συνδρομή όλων των κατοίκων, η εκκλησία ολοκληρώθηκε μέσα σε οκτώ χρόνια. Στην κατασκευή χρησιμοποιήθηκε μάρμαρο από τα λατομεία του Πανόρμου στην Τήνο, καθώς και υλικά από το αρχαίο ιερό στα Κιόνια και τη Δήλο. Από την αρχή της εύρεσης της εικόνας έχουν καταγραφεί πολλά θαύματα, ανάμεσα στα οποία η εξάλειψη της επιδημίας της χολέρας, η εύρεση θαυματουργού νερού, η διάσωση μιας αγγλικής φρεγάτας κ.ά.
Η εύρεση της εικόνας απόκτησε σύντομα και πολιτικές διαστάσεις, καθώς φαινόταν ως θεόσταλτη έγκριση του αγώνα των ορθόδοξων Ελλήνων για την ανεξαρτησία. Παρόλο που στην Τήνο δε σημειώθηκαν μάχες, ο αντίκτυπος του πολέμου ήταν αισθητός με τους πρόσφυγες που συνέρρεαν στο νησί. Βέβαια δεν είναι σαφές αν η σύνδεση της εικόνας με την επαγγελία της ελληνικής νίκης έγινε εκείνη τη στιγμή ή αν αποτελεί μεταγενέστερο ιδεολόγημα. Στα χρόνια πάντως μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους πολλοί αγωνιστές επισκέφθηκαν το νησί, ενώ ο Μακρυγιάννης έστειλε εκεί τα απομνημονεύματά του για ασφάλεια. Επίσης, η σχετική απροθυμία των καθολικών να συμμετάσχουν σε μια εξέγερση εναντίον της Οθωμανικής Πύλης που θα αποσκοπούσε στη δημιουργία ενός ορθόδοξου κράτους με επισφαλή τη δική τους θέση, ίσως θα μπορούσε να δικαιολογήσει τη σημασία της εύρεσης μιας θαυματουργής εικόνας στο κέντρο του καθολικού Αιγαίου.
7. 2. Η Παναγία και η θέση της στην ορθόδοξη παράδοση
Η Παναγία στην ορθόδοξη παράδοση δεν είναι απλώς η μητέρα του Θεού, μεσάζουσα και πηγή ζωής, αλλά ενεργός υπέρμαχος της Εκκλησίας. Είναι μια δραστήρια, ανεξάρτητη μορφή, η οποία γνωστοποιεί τη θέλησή της με διάφορους τρόπους. Έχει ταυτιστεί με τους εθνικούς αγώνες παρέχοντας την προστασία της, ενώ σε ολόκληρη την Ελλάδα εμφανίζεται ως προστάτιδα συγκεκριμένων περιοχών και ως επίκεντρο της ταυτότητας του τόπου. Η Παναγία διαθέτει μια εξαιρετικά πολύπλοκη μορφή: μεσολαβήτρια από θεολογικής πλευράς, κατέχει ιδιαίτερη ισχύ στη λαϊκή πίστη.
7. 3. Το προσκύνημα και ο θρησκευτικός τουρισμός
Ένας από τους βασικούς τρόπους προσέγγισης του θείου είναι το προσκύνημα, η μετάβαση δηλαδή σε έναν ιερό τόπο, με σκοπό να τεθεί η ύπαρξη του πιστού στα χέρια της θεότητας. Οι αρχαίοι Έλληνες μετέβαιναν στους Δελφούς και στο ναό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο, οι μουσουλμάνοι εδώ και αιώνες κάνουν ετήσιο προσκύνημα στη Μέκκα και οι χριστιανοί αντίστοιχα στους Αγίους Τόπους. Πρόκειται για ένα εξωτερικό-πραγματικό, και συγχρόνως εσωτερικό-συμβολικό ταξίδι στο οποίο συντελείται μια πνευματική αλλαγή, συχνά με σημαντικές κοινωνικές διαστάσεις. Το προσκύνημα στηρίζεται στην πεποίθηση ότι ένας χώρος είναι διαφορετικός από τους υπόλοιπους, φέρει μια δύναμη ξεχωριστή.
Ως ιερά προσκυνήματα αναγνωρίζονται μέρη στα οποία η θεότητα ή κάποιος απεσταλμένος της γεννήθηκε, έζησε ή πέθανε, εμφανίστηκε με τρόπο θαυματουργό. Μερικά έχουν καταστεί θρησκευτικά κέντρα παγκόσμιας σημασίας, όπως η Μέκκα, η Ιερουσαλήμ, το Βατικανό κ.ά.
Το πανηγύρι της Παναγίας στην Τήνο, αν και δεν έχει παρόμοια εμβέλεια, είναι το κατεξοχήν θρησκευτικό προσκύνημα στην Ελλάδα. Χιλιάδες άνθρωποι συρρέουν κάθε Δεκαπενταύγουστο στο νησί, τα μέσα ενημέρωσης αφιερώνουν εκτεταμένα ρεπορτάζ και στην τελετή παρίστανται πολλοί επίσημοι. Ο στόχος του προσκυνητή στην περίπτωση της Τήνου είναι το προσκύνημα της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας στο ναό του Ευαγγελισμού, ταυτόχρονα όμως με το προσκύνημα αποσκοπεί στο να εισακουστεί μια βαθύτερη ανάγκη ή επιθυμία του, να ευχαριστήσει την Παναγία για την εκπλήρωση κάποιας παράκλησης, να ευεργετηθεί από την επαφή του με την ιερή εικόνα ή απλώς να επισκεφθεί ένα διάσημο ιερό τόπο, οπότε έχουμε να κάνουμε περισσότερο με ένα είδος «θρησκευτικού τουρισμού».
7. 4. Ο ιερός χώρος και η καθημερινότητα
Στη διάρκεια του εορτασμού του Δεκαπενταύγουστου στην Τήνο, η ατμόσφαιρα είναι ιδιαίτερα φορτισμένη τόσο συναισθηματικά όσο και πνευματικά, ενώ πλήθος κόσμου παρακολουθεί την ολονυχτία που γίνεται τη νύχτα της παραμονής. Μάλιστα στην εκκλησία και στον περίβολό της δεν επικρατεί ατμόσφαιρα πανηγυριού, ενώ ούτε οι έμποροι εισέρχονται στο χώρο. Στη Χώρα δεν υπάρχουν χοροί και μουσικές, χαρακτηριστικά των πανηγυριών στα χωριά, και το κλίμα είναι περισσότερο κατανυκτικό.
Ωστόσο, δεν υπάρχει απόλυτος διαχωρισμός ανάμεσα στο ιερό και το εγκόσμιο, ανάμεσα στη θρησκευτική και την καθημερινή ζωή. Κατά το προσκύνημα στην Τήνο η καθημερινή ζωή μπορεί να εισβάλει στον ιερό χώρο. Έτσι, τις μέρες πριν από τον εορτασμό του Δεκαπενταύγουστου και κατά τη διάρκειά του πλήθος προσκυνητών κατασκηνώνουν στον περίβολο της εκκλησίας, δημιουργώντας πολλές φορές το αδιαχώρητο. Οι άνθρωποι τρώνε, κοιμούνται, αναπτύσσουν κοινωνικές σχέσεις, πλένουν τα πιάτα τους, ενώ παντού τρέχουν παιδιά. Σε πολλές περιπτώσεις, πάλι, το προσκύνημα μπορεί να συνδυαστεί με διακοπές, οπότε ο προσκυνητής μπορεί να θεωρηθεί ταυτόχρονα τουρίστας.
Με την ολοκλήρωση του προσκυνήματος, ο προσκυνητής επιστρέφει στη Χώρα από τον κεντρικό δρόμο, όπου βρίσκονται καταστήματα με θρησκευτικά είδη και άλλα αναμνηστικά, από τα οποία συνήθως ψωνίζει, οπότε μπορούμε να μιλήσουμε για «αποϊεροποίηση» της πορείας του.
7. 5. Η οικονομική διάσταση
Ένα προσκύνημα του διαμετρήματος της Παναγίας της Τήνου είναι φυσικό να συνοδεύεται από έντονο οικονομικό ενδιαφέρον. Έτσι, από τη μια πλευρά η εκκλησία ως ίδρυμα συγκεντρώνει μεγάλα χρηματικά ποσά, κυρίως από δωρεές, τα οποία επιστρέφει στους κατοίκους υπό τη μορφή αγαθοεργιών, από την άλλη ένα μεγάλο ποσοστό των κατοίκων της Τήνου εξαρτάται οικονομικά από το προσκύνημα: ενοικίαση δωματίων στα οποία μένουν οι προσκυνητές, πώληση αναμνηστικών, εισιτηρίων για τα πλοία και τα λεωφορεία, λειτουργία εστιατορίων κ.ά. Έχει γίνει λόγος μάλιστα περί «χυδαίας εμπορευματοποίησης της θρησκείας», ωστόσο κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει τη σπουδαιότητα του προσκυνήματος για το νησί της Τήνου και τους κατοίκους της.
(Βασιλική Σπυροπούλου - Ελένη Μπαζίνη)
Ευχαριστούμε την αρχιτέκτονα Ιωάννα Παπασταθοπούλου για τις καίριες επισημάνσεις της.