Πάρος

1. Γεωγραφία – περιβάλλον

Στην καρδιά των Κυκλάδων βρίσκεται το τρίτο σε μέγεθος νησί του συμπλέγματος, η όμορφη Πάρος. Στην ακτογραμμή της σχηματίζονται μικροί και μεγάλοι όρμοι με αμμώδεις παραλίες. Σε αντίθεση με τον ορεινό όγκο που υψώνεται στο εσωτερικό του νησιού, τον Προφήτη Ηλία (με υψόμετρο 770 μ.), στην περιφέρεια η γη είναι πεδινή, με πολλές καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Ο συγκερασμός των παραπάνω στοιχείων κάνουν το νησί να παρουσιάζει μεγάλο περιβαλλοντικό ενδιαφέρον. Τα δέντρα που ευδοκιμούν εδώ είναι το πεύκο της θάλασσας, οι κουκουναριές, οι λεύκες, τα εσπεριδοειδή και μεγάλη ποικιλία φρυγάνων. Πολλά είδη θάμνων είναι αρωματικά. Αρχαιότατο και σημαντικότατο φυτό είναι ο κρόκος (crocus salivus) ή ζαφορά ή σαφράνι.

Πολλές περιοχές της Πάρου είναι υγρότοποι με ιδιαίτερη σημασία για τη χλωρίδα και την πανίδα του νησιού. Η ορνιθοπανίδα της Πάρου είναι πολύ σημαντική καθώς αποτελείται από τριακόσια και πλέον είδη. Στους υγρότοπους βρίσκουν καταφύγιο πολλά είδη μεταναστευτικών και ενδημικών πουλιών, ανάμεσα στα οποία και ορισμένα σπάνια όπως ο θαμνοψάλτης (prunella modularis) και ο αιγαιόγλαρος (larus audouinii).

Η Πάρος παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία θαλάσσιων βιοτόπων, που φιλοξενούν πολλούς και σπουδαίους θαλάσσιους οργανισμούς. Το σημαντικότερο θηλαστικό είναι η μεσογειακή φώκια (monachus monachus).

Στα δυτικά της Πάρου βρίσκεται η τοποθεσία Ψυχοπιανά, περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, καθώς εδώ βρίσκουν καταφύγιο αμέτρητες πολύχρωμες πεταλούδες του είδους panaxia quadripunctaria.

Το έδαφος της Πάρου αποτελείται από μεταμορφωμένα πετρώματα, κυρίως μάρμαρα, σχιστόλιθους και μικρή ποσότητα σμύριδας. Σε μεγάλα κοιτάσματα βρίσκεται το παριανό μάρμαρο.

2. Ιστορία

2. 1. Προϊστορική περίοδος

Η Πάρος κατοικήθηκε από τις αρχές της Νεότερης Νεολιθικής περιόδου (Κουκουναριές), αλλά τα πρώτα σημαντικά δείγματα εγκατάστασης στο νησί προέρχονται από την Πρώιμη εποχή του Χαλκού (3200-2000 π.Χ.), όπως μαρτυρούν οι οικισμοί και τα νεκροταφεία που έχουν ανακαλυφθεί. Οι πιο πολλές θέσεις βρίσκονται παραθαλάσσια στον Δρυό, στον Κάμπο, στον Πύργο, στη θέση Πλαστηράς, και στον κόλπο της Παροικιάς, στις τοποθεσίες Δήλιο και Κάστρο (κάτω από τον Άγιο Κωνσταντίνο). Στο νησί φαίνεται ότι είχαν εγκατασταθεί Μινωίτες, όπως δηλώνουν και οι παλαιές ονομασίες του, Μινωίς και Μινώα. Κατά τους δύο τελευταίους αιώνες της εποχής του Χαλκού (1200-1000 π.Χ.), ένας πολύ σημαντικός οχυρωμένος οικισμός αναπτύχθηκε στις Κουκουναριές, στον κόλπο της Νάουσας.

2. 2. Αρχαιότητα

Το σημερινό όνομα του νησιού, σύμφωνα με τη μυθολογία, το κληροδότησε στο νησί ο οικιστής του Πάρος από την Αρκαδία. Στην αρχή της 1ης χιλιετίας π.Χ. κατέφθασαν από την Αττική ιωνικά φύλα, που έβαλαν τις βάσεις για την ανάπτυξη της Πάρου και την ανάδειξή της στο Αιγαίο. Πράγματι, κατά την Αρχαϊκή και Κλασική εποχή η Πάρος αποτελούσε σημαντική οικονομική δύναμη και σπουδαίο καλλιτεχνικό κέντρο. Την ευημερία της στην Αρχαιότητα την οφείλει στο εμπόριο, στην ίδρυση αποικιών και στην εκμετάλλευση του ντόπιου μαρμάρου. Η σπουδαιότερη αποικία της Πάρου ήταν η Θάσος που ιδρύθηκε το 680 π.Χ. Άλλες αποικίες ήταν η Γαληψός, η Αισύμη, η Στρύμη, το Πάριον στον Ελλήσποντο και ο Φάρος στην Αδριατική.

Στους Μηδικούς πολέμους (490-479 π.Χ.) το νησί χρησιμοποιήθηκε ως ναυτική βάση των Περσών. Ύστερα, με την Α΄ και Β΄ Αθηναϊκή Συμμαχία, που ιδρύθηκαν το 478 και 377 π.Χ. αντίστοιχα, πέρασε στην επικυριαρχία των Αθηναίων, αργότερα των Μακεδόνων και από το 140 π.Χ. των Ρωμαίων.

Στην Πάρο έζησε ο πρώτος λυρικός ποιητής της Αρχαιότητας, ο Αρχίλοχος. Από την Πάρο κατάγονταν ορισμένοι από τους λαμπρότερους γλύπτες της Κλασικής εποχής, όπως ο Αγοράκριτος και ο Σκόπας.

2. 3. Βυζαντινή περίοδος – Νεότεροι χρόνοι

Από την Πρωτοβυζαντινή περίοδο στην Πάρο δεν είναι γνωστοί οικισμοί ή σημαντικά κτίσματα, μόνο λίγες εκκλησίες. Κατά τη Βυζαντινή εποχή, από τον 7ο ως το 12ο αιώνα, η Πάρος γνώρισε περιόδους ακμής λόγω της γεωγραφικής της θέσης και των προνομίων της, αλλά και περιόδους αναταραχής και ερήμωσης από τις πειρατικές, σλαβικές και αραβικές επιδρομές και τέλος από σεισμούς. Το 1207 με την ίδρυση του δουκάτου του Αιγαίου το νησί πέρασε διαδοχικά στην επικυριαρχία ισχυρών ενετικών οικογενειών όπως των Κρίσπι, των Σομμαρίπα και των Βενιέρηδων. Μετά το 1260 κατασκευάστηκαν τρία κάστρα, στο λιμάνι της Νάουσας, στον Κέφαλο και στην Παροικιά. Το 1537, ωστόσο, η Πάρος καταλαμβάνεται από το Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα, ύστερα από πολιορκία του κάστρου του Κεφάλου. Το νησί, όπως και άλλα κυκλαδονήσια, παραχωρείται από τους Οθωμανούς στον Εβραίο διπλωμάτη Ιωσήφ Νάζι από το 1566 έως το 1579, οπότε εντάσσεται πλήρως στην οθωμανική επικράτεια.

Στους επόμενους αιώνες η Πάρος βρίσκεται στο επίκεντρο των συγκρούσεων του πολέμου μεταξύ Βενετών και Οθωμανών. Τότε καταστρέφεται ολοσχερώς η Παροικιά. Έναν αιώνα μετά, κατά τη διάρκεια του ρωσο-οθωμανικού πολέμου (1768-1774) η Νάουσα γίνεται βάση του ρωσικού στόλου.

Το κενό εξουσίας που προέκυπτε συχνά από τις αντιπαραθέσεις των μεγάλων δυνάμεων της εποχής εκμεταλλεύονταν, εις βάρος πάντα των νησιωτών, οι πειρατές. Μόνιμα ορμητήριά τους ήταν τα στενά μεταξύ Πάρου και Αντιπάρου και η Νάουσα.

Στις 24 Απριλίου 1821 ο Παναγιώτης Δημητρακόπουλος, μέλος της Φιλικής Εταιρείας, κήρυξε την επανάσταση στην Πάρο. Στο νησί πέθανε η ηρωίδα της επανάστασης Μαντώ Μαυρογένους (1796-1840). Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, το 1830, η Πάρος εντάσσεται στην ελληνική επικράτεια, όπως άλλωστε και όλες οι υπόλοιπες Κυκλάδες.

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η Πάρος εντάχθηκε αρχικά, το 1941, στην ιταλική διοίκηση, στα πλαίσια της κατοχής των ελληνικών εδαφών από τις Δυνάμεις του Άξονα. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, το 1943, το νησί εντάχθηκε στη γερμανική διοίκηση ως την απελευθέρωσή του το 1944. Σημαντικότατη ήταν η συνεισφορά των Παριανών, καθώς η Αντίσταση είχε εγκαταστήσει στην Αντίπαρο μυστική βάση, από την οποία φυγαδεύονταν με υποβρύχια και καΐκια αγωνιστές στη Μέση Ανατολή.

3. Οικονομική ζωή

Οι Παριανοί εκμεταλλεύτηκαν κάθε κλιματική, εδαφική και γεωγραφική παράμετρο του τόπου τους. Από τις πρώτες ασχολίες τους ήταν η αλιεία και το εμπόριο. Κύρια πλουτοπαραγωγική πηγή του νησιού από την Αρχαιότητα ως τα Νεότερα χρόνια αποτελούσε το περίφημο παριανό μάρμαρο.

Σε όλες τις περιόδους κατοίκησης καλλιεργούνταν σιτηρά, κριθάρι, αμπέλια και ελιές. Στις αρχές του 18ου αιώνα η Πάρος περιγράφεται από ξένους περιηγητές σαν ένα εύπορο νησί με καλλιέργειες και εμπόριο κρασιών, τυριών, κριθαριού και βαμβακιού.

Η έξωση των ελληνορθόδοξων της Μικράς Ασίας από τις πατρίδες τους το 1922 επηρέασε την οικονομική ζωή του νησιού όταν αρκετές οικογένειες προσφύγων εγκαταστάθηκαν στην Πάρο ανανεώνοντας τη γεωργία. Δυστυχώς η γερμανική κατοχή ανέκοψε την οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη του τόπου. Στη δεκαετία του 1950, άρχισε η μετανάστευση των κατοίκων του νησιού τόσο προς την Αθήνα όσο και προς την Ευρώπη και την Αμερική. Η γεωργία και η κτηνοτροφία παραμελήθηκαν, γενικά η οικονομική δραστηριότητα εξασθένησε και η Πάρος μαράζωσε.

Στις μέρες μας σημαντική είναι μόνο η παραγωγή κριθαριού. Η αλιεία επίσης είναι από τις λίγες πλουτοπαραγωγικές πηγές του νησιού και ο αλιευτικός στόλος της Πάρου από τους μεγαλύτερους στην Ελλάδα. Στα οινοποιεία της Πάρου παρασκευάζονται λευκά και κόκκινα κρασιά από τα ντόπια σταφύλια. Το πιο γνωστό κρασί της Πάρου είναι το ξηρό κόκκινο Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας (ΟΠΑΠ).

Τα τελευταία χρόνια η Πάρος παρουσιάζει μεγάλη τουριστική ανάπτυξη και οι Παριανοί ασχολούνται κυρίως με ξενοδοχειακές και άλλες τουριστικές επιχειρήσεις.

4. Το μάρμαρο της Πάρου

4. 1. Η «παρία λίθος» και η ανάπτυξη της γλυπτικής

Η Πάρος οφείλει τη μεγάλη ανάπτυξή της κατά την Αρχαιότητα στη συστηματική εξόρυξη και εκμετάλλευση του παριανού μαρμάρου, η οποία άρχισε τον 7ο αι. π.Χ. για να συνεχιστεί σχεδόν ασταμάτητα ως το 1881.

Η «παρία λίθος», όπως ονόμαζαν οι αρχαίοι το τοπικό μάρμαρο, είναι μοναδικής ποιότητας: λευκό, καθαρό, σχεδόν διάφανο και λεπτόκοκκο, με κρυσταλλική υφή. Άλλες ονομασίες που παραδίδονται είναι λυχνίτης, λυχναίος, λυχνίας ή λυχνεύς. Πιθανότατα οι χαρακτηρισμοί αυτοί οφείλονται στη διαύγεια και τη λαμπρότητά του ή στον τρόπο εξόρυξης, καθώς οι στοές στο λατομείο φωτίζονταν με λύχνους.

Λόγω των εξαιρετικών ιδιοτήτων του το παριανό μάρμαρο ήταν η τέλεια πρώτη ύλη για την αρχαία γλυπτική τέχνη και την αρχιτεκτονική. Τα πρώτα μαρμάρινα έργα τέχνης ήταν τα κυκλαδικά ειδώλια και αγγεία. Στους ιστορικούς χρόνους, οι Παριανοί δεν περιορίστηκαν μόνο στο εμπόριο του μαρμάρου, που τους εξασφάλιζε πλούτο και δύναμη. Η Πάρος εξελίχθηκε σε μεγάλο καλλιτεχνικό κέντρο με περίφημους γλύπτες και ιδιαίτερη παράδοση. Ορισμένοι από τους σημαντικότερους γλύπτες της Κλασικής εποχής, όπως ο Αγοράκριτος, ο Σκόπας, ο Αριστίων, ο Αρκεσίλαος, ο Θρασυμήδης κατάγονταν από εδώ. Τα περίφημα έργα τους στόλιζαν τα σημαντικότερα μνημεία της Αρχαιότητας, ανάμεσά τους τον Παρθενώνα και το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, ενώ ορισμένα από τα ωραιότερα αγάλματα της Αρχαίας περιόδου ήταν από παριανό μάρμαρο: η Νίκη του Παιωνίου, ο Ερμής του Πραξιτέλη, η Νίκη της Σαμοθράκης, η Αφροδίτη της Μήλου.

4. 2. Τα λατομεία μαρμάρου στο Μαράθι

Στην τοποθεσία Μαράθι, 5 χλμ. ΒΑ από την Παροικιά, βρίσκεται το αρχαίο λατομείο μαρμάρου. Οι στοές έχουν συνολικό μήκος 190 μ. και εκτείνονται σε μεγάλο βάθος κάτω από την επιφάνεια της γης. Από τις τρεις εισόδους των λατομείων μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η νότια. Στην αριστερή πλευρά της υπάρχει ένα ανάγλυφο της Ελληνιστικής εποχής αφιερωμένο στις Νύμφες, με την επιγραφή: «ΑΔΑΜΑΣ ΟΔΡΥΣΗΣ ΝΥΜΦΑΙΣ», από την οποία το λατομείο ονομαζόταν «λατομείο των Νυμφών». Στην παράσταση, αποσπασματικά σωζόμενη σήμερα, απεικονίζονται διάφορα πρόσωπα να παίρνουν μέρος σε μια τελετή ή γιορτή. Ακόμη διατηρούνται από την Αρχαιότητα οι κολόνες στήριξης, σκαλοπάτια και προστατευτικοί τοίχοι στις πλευρές των στοών από λατύπη και κομμάτια μαρμάρου που αποκόπηκαν κατά την εξόρυξη.

Η εμπορική εκμετάλλευση του λυχνίτη, ύστερα από μια μεγάλη παύση στα Βυζαντινά χρόνια, γνώρισε νέα ανάπτυξη κατά την περίοδο της φραγκοκρατίας. Ο δούκας της Πάρου Κρουσίνο Σομμαρίπα, έκανε εξαγωγή του μαρμάρου στη Χίο και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, ακόμη και στη Βενετία. Μετά την Ελληνική Επανάσταση ανέλαβαν την εκμετάλλευση των λατομείων ξένες εταιρείες. Από το 1844 ως το 1877 ανέλαβε τα λατομεία η Γαλλική Εταιρεία Μαρμάρου και από το 1878 η Βελγική Εταιρεία Μαρμάρου. Η τελευταία φαίνεται ότι είχε μεγαλόπνοα σχέδια, καθώς χτίστηκαν εγκαταστάσεις στο Μαράθι, κατασκευάστηκε σιδηροδρομική γραμμή για τη μεταφορά του μαρμάρου στο λιμάνι της Παροικιάς και κόπηκε νόμισμα για τη μισθοδοσία των υπαλλήλων και τις συναλλαγές της εταιρείας. Δυστυχώς αυτή ήταν μόνο μια σύντομη οικονομική αναλαμπή για την Πάρο, αφού λίγα χρόνια αργότερα η εταιρεία μαρμάρου λόγω οικονομικών δυσκολιών σταμάτησε τη λειτουργία της. Από το 1881 η εκμετάλλευση των λατομείων πέρασε στα χέρια της Ελληνικής Εταιρείας των Μαρμάρων της Πάρου. Ο χώρος των λατομείων σήμερα αποτελεί επισκέψιμο μνημείο βιομηχανικής αρχαιολογίας. Στη σύγχρονη εποχή συνεχίζεται η εξόρυξη του μαρμάρου από λατομεία σε άλλα σημεία της Πάρου αλλά η ποσότητα είναι περιορισμένη.

5. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία

5. 1. Η μυκηναϊκή ακρόπολη στις Κουκουναριές

Στην τελευταία Μυκηναϊκή περίοδο μετά το 1200 π.Χ., ιδρύθηκε στο λόφο Κουκουναριές της Νάουσας ένας σημαντικός οικισμός, οχυρωμένος με «κυκλώπεια» τείχη και ανάκτορο. Ο οικισμός καταστράφηκε από πυρκαγιά ύστερα από επίθεση και πολιορκία και εγκαταλείφθηκε. Ένα τμήμα του οικισμού κατοικήθηκε πάλι το 1100 π.Χ. για σύντομο χρονικό διάστημα. Μια νέα πόλη άκμασε κατά τη Γεωμετρική περίοδο (10ος-8ος αι. π.Χ.) και χτίστηκε ναός της θεάς Αθηνάς.

5. 2. Η πόλη της Πάρου στην Αρχαιότητα

Ο χαμηλός λόφος, όπου σήμερα είναι χτισμένος ο παραδοσιακός οικισμός της Παροικιάς, κατοικήθηκε για πρώτη φορά κατά την 3η χιλιετία π.Χ. Ύστερα από μια περίοδο ερήμωσης, κατοικήθηκε πάλι μετά το 2000 π.Χ. ως τη Γεωμετρική περίοδο (1000-700 π.Χ.). Η πλεονεκτική θέση του οικισμού άλλωστε επάνω σε λόφο και το προφυλαγμένο από τις καιρικές συνθήκες λιμάνι ήταν καθοριστικοί παράγοντες για τη συνεχόμενη κατοίκησή του σε όλη την Αρχαιότητα με αποτέλεσμα τη δημιουργία επάλληλων οικιστικών φάσεων.

Κατά την Αρχαϊκή (7ος- 6ος αι. π.Χ.) και Κλασική εποχή (5ος-4ος αι. π.Χ.) η πόλη αναπτύχθηκε στην ευρύτερη περιοχή της Παροικιάς. Οι σύγχρονες ανασκαφές έχουν αποσαφηνίσει ως ένα βαθμό την τοπογραφία της πόλης. Τα όριά της είναι γνωστά αφού σώζεται το αρχαίο τείχος της, με πύργους παρατήρησης, και η πύλη του ανατολικού τείχους. Υπήρχε πολεοδομικό σχέδιο με οικιστικές ζώνες και ζώνη εργαστηρίων. Εργαστήριο γλυπτικής και εργαστήριο κεραμικής με κλιβάνους έχουν αποκαλυφθεί σε κοντινή απόσταση στη θέση Θόλος. Ο λόφος του Κάστρου μετατράπηκε σε θρησκευτικό και δημοσιονομικό κέντρο, καθώς ναοί και άλλα δημόσια κτήρια χτίστηκαν στο ίδιο σημείο. Σημαντικότερος ήταν ο μαρμάρινος ναός της Αθηνάς, στη θεμελίωση του οποίου οικοδομήθηκε ο βυζαντινός ναός του Αγίου Κωνσταντίνου. Η ύπαρξη θεάτρου (σε άγνωστη θέση), το βουλευτήριο στον Κριό και οι ναοί στην ευρύτερη περιοχή δίνουν την εικόνα μιας ακμάζουσας πόλης.

Οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει μέχρι σήμερα το ιερό του Πυθίου Απόλλωνα και το Ασκληπιείο νοτιοδυτικά, τα ιερά του Δία Ύπατου, της Αφροδίτης και της Ειλειθυίας βόρεια, το Αρχιλόχειο στον Έλιτα, τους ναούς του Απόλλωνα και της Αρτέμιδος στο Δήλιο. Το Δήλιο, ένας λόφος με εκπληκτική θέα προς την Παροικιά και τη Δήλο, βρίσκεται στα βόρεια του κόλπου της Παροικιάς. Υπήρξε γνωστός χώρος λατρείας από την 3η χιλιετία π.Χ. Στα Γεωμετρικά χρόνια (9ος-8ος αι. π.Χ.) ιδρύθηκε ένα ιερό για το Δήλιο Απόλλωνα, ενώ στον 5ο αι. π.Χ. χτίστηκε μεγάλος μαρμάρινος ναός αφιερωμένος στην Άρτεμη επάνω από προγενέστερο αρχαϊκό ναό.

Νότια της Παροικιάς υπάρχουν τα ερείπια δύο κλασικών ιερών του 4ου αιώνα π.Χ., του Ασκληπιού και του Πυθίου Απόλλωνα. Το υπαίθριο ιερό του Ασκληπιού κατασκευάστηκε κοντά σε πηγή νερού και σε ένα υψηλότερο πλάτωμα, την ίδια εποχή κατασκευάστηκε το ιερό του Πυθίου Απόλλωνα. Τα ιερά καταστράφηκαν στο τέλος της Ελληνιστικής εποχής, όταν τα μέλη τους εντοιχίστηκαν στο αμυντικό τείχος.

Κατά την Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο συνεχίζεται η οικονομική, πολιτιστική και καλλιτεχνική ανάπτυξη του νησιού. Στο χώρο όπου αργότερα χτίστηκε ο ναός της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής, υπήρχε ρωμαϊκό γυμνάσιο, ενώ έχουν αποκαλυφθεί πλούσιες οικίες με ψηφιδωτά.

Πολύ σημαντικό είναι το επίσημο αρχαίο νεκροταφείο της πόλης κοντά στο λιμάνι της Παροικιάς. Η χρήση του ήταν συνεχής από τον 8ο αι. π.Χ. ως τον 3ο αι. μ.Χ. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ένας ομαδικός τάφος του 8ου αι. π.Χ., ένα πολυάνδριο προς τιμήν 35 ανδρών, μάλλον πολεμιστών. Στην Κλασική περίοδο, σύμφωνα με τα έθιμα ταφής, τα σώματα των νεκρών, μετά την καύση τους, τοποθετούνταν σε μαρμάρινες τεφροδόχους. Κατά την Ύστερη Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο, οι ταφές γίνονταν σε μαρμάρινες σαρκοφάγους τοποθετημένες επάνω σε υψηλό βάθρο και συνοδεύονταν από πολυτελή κτερίσματα.

Η εικόνα της αρχαίας πόλης και του λιμανιού της Πάρου συνεχώς εμπλουτίζεται καθώς νέα στοιχεία έρχονται στο φως με τις σωστικές ανασκαφές. Η πλήρης αποκάλυψή της όμως είναι αδύνατη, καθώς η πόλη συνέχισε να κατοικείται χωρίς τοπογραφική μεταβολή ως τη σύγχρονη εποχή.

5. 3. Το ενετικό κάστρο της Παροικιάς

Στο λόφο της Παροικιάς, στη θέση που άλλοτε βρίσκονταν αρχαίοι ναοί και δημόσια οικοδομήματα, οι Βενετοί έχτισαν το πρώτο κάστρο τους το 1260 για την προστασία του οικισμού. Τα αρχιτεκτονικά μέλη των αρχαίων ναών -επιστύλια, σπόνδυλοι κιόνων, δόμοι- ήταν έτοιμο οικοδομικό υλικό για το ενετικό κάστρο. Μετά την απομάκρυνση των Βενετών εγκαταστάθηκαν μέσα στα τείχη οι Έλληνες της γύρω περιοχής, για μεγαλύτερη ασφάλεια από εχθρικές επιδρομές. Τα σπίτια που έχτισαν ακολούθησαν την πορεία του αμυντικού τείχους, ενώ αργότερα δημιουργήθηκαν νέες ζώνες κατοικιών και έξω από αυτό.

5. 4. Το ενετικό κάστρο της Νάουσας

Το κάστρο της Νάουσας, ή Καστέλι, αν και μικρό, είχε πολύ μεγάλη σημασία καθώς επόπτευε όλο τον κόλπο της Νάουσας. Χτίστηκε στο λιμάνι το 15ο αιώνα από τον Σομμαρίπα. Αποτελείται από λιμενοβραχίονες, ορατούς κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, που χρησίμευαν ως κυματοθραύστες, και ένα τείχος, που καταλήγει σε κυκλικό πύργο, χτισμένο πάνω σε ξέρα.

5. 5. Το κάστρο του Κεφάλου

Ο λόφος του Κεφάλου με το ενετικό κάστρο βρίσκεται κοντά στο χωριό Μάρπησσα. Εδώ γράφτηκε ο επίλογος της βενετοκρατίας στο νησί όταν το 1537, ύστερα από τέσσερις ημέρες πολιορκίας από του Οθωμανούς, το κάστρο καταλήφθηκε και το νησί λεηλατήθηκε. Σήμερα επάνω στο λόφο σώζονται ακόμη τα ερείπια του τείχους του κάστρου και του παλατιού και το μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου, που χτίστηκε το 17ο αιώνα.

5. 6. Ο ναός της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής

Από τα παλαιότερα μνημεία της βυζαντινής εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα είναι η Παναγία η Εκατονταπυλιανή ή Καταπολιανή της Πάρου. Ο εντυπωσιακός ναός δεσπόζει στην πρωτεύουσα του νησιού, κοντά στο λιμάνι, και προσελκύει πλήθος επισκεπτών, ιδιαίτερα κατά τον εορτασμό της 15ης Αυγούστου.

Πολλές παραδόσεις διασώζονται για την ίδρυση, την ονομασία και τον αρχιτέκτονα του ναού. Σχετικά με την οικοδόμησή του η παράδοση αναφέρει ότι έγινε με απόφαση του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ως εκπλήρωση του τάματος της μητέρας του Αγίας Ελένης, η οποία ταξιδεύοντας το 326 μ.Χ. προς τα Ιεροσόλυμα για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού αποβιβάστηκε λόγω θαλασσοταραχής στην Πάρο και προσευχήθηκε στο νησί. Μεταγενέστερα, όταν επί Ιουστινιανού ανοικοδομήθηκε ο επιβλητικός ναός του 6ου αιώνα, η υποτιθέμενη επιλογή του Ιγνάτιου ως αρχιτέκτονα της Εκατονταπυλιανής, μαρτυρά την αυτοκρατορική μέριμνα, αφού ο Ιγνάτιος αναφέρεται ως πρωτομάστορας της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη.

Ο ναός της Παναγίας από τα μέσα του 16ου αιώνα ήδη αναφέρεται με δύο ονομασίες, Καταπολιανή και Εκατονταπυλιανή. Η πρώτη σχετίζεται προφανώς με τη μνημειακή τοπογραφία και φανερώνει την τοποθεσία στην οποία είναι χτισμένος ο ναός, κοντά στην αρχαία πόλη. Η δεύτερη αναφέρεται σε παλιούς κώδικες και έγγραφα, και συνδέεται με την παράδοση της ύπαρξης εκατό πυλών στο ναό.

Ο ναός στη μορφή που σώζεται σήμερα, τρίκλιτη σταυρική βασιλική με τρούλο, χρονολογείται στον 6ο αι. μ.Χ., όταν αυτοκράτορας ήταν ο Ιουστινιανός. Είναι χτισμένος πάνω σε αρχαίο γυμνάσιο, όπως φαίνεται από το ψηφιδωτό που βρέθηκε εκεί (σήμερα φυλάσσεται στο αρχαιολογικό μουσείο της Παροικιάς) και από τους αρχαίους κίονες που διακρίνονται στο δάπεδο του ναού. Από την Πρωτοχριστιανική περίοδο σώζονται ο άμβωνας και μέρη του μαρμάρινου τέμπλου, ενώ μέσα στο ιερό υπάρχει η Αγία Τράπεζα σκεπασμένη με κιβώριο πάνω σε κίονες και χτιστό επισκοπικό σύνθρονο, που εξυπηρετούσε τις ανάγκες της θείας λειτουργίας στα Πρωτοχριστιανικά χρόνια.

Στο εσωτερικό του ναού και γύρω από αυτόν υπάρχουν διάφορα παρεκκλήσια με παλαιότερο αυτό του Αγίου Νικολάου, που πρέπει να χτίστηκε μετά το διάταγμα περί ανεξιθρησκίας του 313 και πριν από το 326. Σπάνιο στη βυζαντινή ναοδομία και μοναδικό στον ελλαδικό χώρο είναι το βαπτιστήριο, το παρεκκλήσι με μαρμάρινη χτιστή κολυμπήθρα σε σχήμα σταυρού.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου μεταξύ Βενετών και Οθωμανών (1645-1669), οι Οθωμανοί κατέστρεψαν την Παροικιά και λεηλάτησαν την Εκατονταπυλιανή. Εκτός από τους πολυελαίους, άρπαξαν τα πολύτιμα μέταλλα και μαργαριτάρια με τα οποία ήταν στολισμένες οι εικόνες και ο εσταυρωμένος της Αγίας Τράπεζας. Στους επόμενους αιώνες έγιναν διάφορες αλλαγές στην εξωτερική και εσωτερική εμφάνιση όλου του συγκροτήματος, για να μετατραπεί μεταπολεμικά σε ένα κάτασπρο νησιωτικό μοναστικό συγκρότημα. Τη δεκαετία του 1960 έγινε αναστήλωση του συγκροτήματος και επαναφορά του στη μορφή που είχε στα χρόνια του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (6ος αιώνας).

Από το ζωγραφικό διάκοσμο της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής αξίζει να αναφερθούν οι τοιχογραφίες, που κοσμούν το ναό και τα προσκτίσματα, με παλαιότερα αυτά στο παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου, που χρονολογούνται στον 7ο-8ο αιώνα. Οι φορητές εικόνες της Παναγίας, του Χριστού και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, που είναι τοποθετημένες στο τέμπλο, καλύπτονται με επαργύρωση, δωρεά του Νικόλαου Μαυρογένη, του Πάριου ηγεμόνα της Μολδαβίας και Βλαχίας κατά το 18ο αιώνα.

6. Μουσεία και συλλογές

6. 1. Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Πάρου

Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Πάρου εκτίθενται τα πλούσια ευρήματα των ανασκαφών στο νησί από τα Προϊστορικά ως τα Ρωμαϊκά χρόνια. Το μουσείο αποτελείται από τρεις αίθουσες, στοά και εσωτερική αυλή. Στην πρώτη αίθουσα και στη στοά στεγάζεται η εντυπωσιακή συλλογή των γλυπτών, μέσω των οποίων παρουσιάζεται η εξέλιξη της παριανής γλυπτικής. Ιδιαίτερα σημαντικά είναι το αρχαϊκό άγαλμα της Γοργούς, οι μαρμάρινες ανάγλυφες πλάκες από το Ηρώο του Αρχιλόχου, το υπερμέγεθες άγαλμα της Άρτεμης από το Δήλιο, μια ανάγλυφη επιτύμβια στήλη μοναδικής τέχνης και το μαρμάρινο άγαλμα Νίκης, έργο κορυφαίου Παριανού γλύπτη.

Στη δεύτερη μικρή αίθουσα παρουσιάζονται τα σημαντικότερα ευρήματα από τις πρόσφατες ανασκαφές στο νησί Δεσποτικό, νότια της Αντιπάρου.

Στην τρίτη αίθουσα βρίσκονται τα μοναδικής σημασίας προϊστορικά ευρήματα από την Πάρο, την Αντίπαρο και το Σάλιαγκο, τα ευρήματα από το Δήλιο, αγάλματα, ανάγλυφα, αντικείμενα από το αρχαίο νεκροταφείο, και επιγραφές. Ιδιαίτερο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το περίφημο Πάριο Χρονικό. Πρόκειται για μια μεγάλη στήλη μαρμάρου με επιγραφή που αναφέρει διάφορα γεγονότα της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού. Σώζονται τρία μεγάλα μέρη, ένα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Πάρου και δύο στο μουσείο Ashmolean της Οξφόρδης. Γράφτηκε το 264 π.Χ. στην αττική διάλεκτο και στους 134 στίχους του αναφέρονται σημαντικά πρόσωπα, γεγονότα και φυσικά φαινόμενα που έλαβαν χώρα στα Αρχαία χρόνια, καλύπτοντας χρονική περίοδο 1.318 ετών.

6. 2. Το Εκκλησιαστικό Μουσείο της Εκατονταπυλιανής

Στη νοτιοδυτική πλευρά της Εκατονταπυλιανής στεγάζεται η Βυζαντινή Συλλογή της Πάρου. Εκεί εκτίθενται εικόνες, ξυλόγλυπτα τέμπλα και άλλα κειμήλια από διάφορα μοναστήρια ή ναούς του νησιού.

Εικόνες προερχόμενες από τη Μικρά Ασία, τη Ρόδο, τη Μακεδονία, ακόμη και τη Ρουμανία, σχετίζονται με την ισχυρή οικογένεια των Παριανών Μαυρογένηδων, που έκαναν διάφορες δωρεές στο νησί και ειδικά στην Εκατονταπυλιανή. Μερικές εικόνες της συλλογής είναι έργα ταλαντούχων Κρητικών αγιογράφων και ανήκουν στην κρητική σχολή του 15ου και 16ου αιώνα, από την οποία επηρεάστηκαν και Παριανοί αγιογράφοι, όπως φαίνεται από εικόνες του 17ου αιώνα που περιλαμβάνονται στη συλλογή. Από τα παλαιότερα και πιο σημαντικά εκθέματα είναι μία θύρα από το ιερό βήμα της Υστεροβυζαντινής περιόδου (των αρχών του 15ου αιώνα), όπου απεικονίζονται ο Ευαγγελισμός και οι άγιοι. Το αρτοφόριο και ο Επιτάφιος της Εκατονταπυλιανής με λεπτεπίλεπτη διακόσμηση είναι λαμπρά δείγματα εκκλησιαστικής ξυλογλυπτικής. Το Ευαγγέλιο της συλλογής αξίζει ιδιαίτερης μνείας όχι μόνο για την περίτεχνη διακόσμησή του αλλά και για τον επώνυμο δωρητή του Νικόλαο Μαυρογένη. Δωρεές του ηγεμόνα της Βλαχίας λέγεται ότι είναι και τα άμφια με παραστάσεις αγίων.

6. 3. Συλλογή Μεταβυζαντινών Εικόνων Νάουσας

Η συλλογή μεταβυζαντινών εικόνων στεγάζεται στο ναό του Αγίου Αθανασίου στη Νάουσα. Τα έργα, φιλοτεχνημένα από τοπικά εργαστήρια, προέρχονται κυρίως από τις πολυάριθμες μονές του νησιού και από ναούς της περιοχής. Εκτός από εικόνες η συλλογή περιλαμβάνει εκκλησιαστικά σκεύη, αποτοιχισμένες τοιχογραφίες, χαλκογραφίες και τμήματα τέμπλου.

6.4. Λαογραφικά μουσεία

Στη Νάουσα υπάρχουν δύο λαογραφικά μουσεία: η λαογραφική συλλογή Νάουσας "Ελληνικές τοπικές φορεσιές" που λειτουργεί στο πλαίσιο του μουσικοχορευτικού συγκροτήματος "Νάουσα Πάρου" και περιλαμβάνει κυρίως παραδείγματα από ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές με έμφαση στο νησί της Πάρου, και το ιστορικό - λαογραφικό μουσείο "Συλλογή Όθωνα Καπάρη" που περιλαμβάνει αντικείμενα που σχετίζονται με την καθημερινή ζωή των νησιωτών της Πάρου από την Προϊστορία ως σήμερα.

7. Παραδοσιακή και νεότερη αρχιτεκτονική

Τα ολόλευκα σπίτια στους οικισμούς, οι στενοί, στρωμένοι με ψαρόπλακες δρόμοι, οι «κατοικιές», οι ανεμόμυλοι, οι εκκλησίες με τις σαμαρωτές στέγες και τα μαρμάρινα καμπαναριά είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της Πάρου.

Τα σπίτια χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, τα αστικά, χτισμένα στους οικισμούς, και τα αγροτικά, ανεξάρτητα και πολυσύνθετα συγκροτήματα από κυβικά κτίσματα χωρίς συγκεκριμένη διάταξη, που οι ντόπιοι ονομάζουν «κατοικιές». Οι κλιματολογικές συνθήκες υπαγόρευαν την κατασκευή τοίχων μεγάλου πάχους και μικρών παραθύρων. Τα υλικά κατασκευής τους ήταν αυτά που πρόσφερε η κυκλαδίτικη φύση, το μάρμαρο και οι σχιστόπλακες ή ψαρόπλακες. Αξιοσημείωτο στοιχείο είναι η χρήση αρχαίων μαρμάρων, όπως κιόνων και ανάγλυφων με παραστάσεις που είναι εντοιχισμένα στην τοιχοδομία των σπιτιών, και ο επιμελημένος σοβάς.

Οι οικισμοί αναπτύχθηκαν σε περιοχές που κατοικούνταν από τη Βυζαντινή περίοδο ή την ενετοκρατία, όπως η Νάουσα και η Παροικιά, οι οποίες ήταν παραθαλάσσιες και οχυρωμένες ή βρίσκονταν στο εσωτερικό του νησιού, στη Μάρπησσα, τις Λεύκες, τον Κώστο και τον Πρόδρομο.

Στους οχυρωμένους οικισμούς, όπως η Παροικιά, τα σπίτια είναι χτισμένα πυκνά, το ένα δίπλα στο άλλο. Όλα αποτελούνταν από έναν ενιαίο χώρο εσωτερικά, ενώ οι βοηθητικοί χώροι του νοικοκυριού βρίσκονταν έξω στα στενά δρομάκια, λόγω έλλειψης χώρου. Τα δρομάκια στεγάζονταν δημιουργώντας από πάνω δωμάτια ή βεράντα, στηριγμένα σε καμάρες, ενώ το ισόγειο παρέμενε πέρασμα ή κοινόχρηστη αυλή.

Τα περισσότερα σπίτια χτίζονταν διώροφα και ανήκαν σε δύο διαφορετικές οικογένειες. Η σκάλα ήταν εξωτερική με χρωματιστά κιγκλιδώματα, που επαναλαμβάνονταν πανομοιότυπα στα διπλανά σπίτια, σπάζοντας τη μονοτονία της λευκής τοιχοποιίας. Διαφορετικά σε μέγεθος και ποιότητα κατασκευής είναι τα αρχοντικά σπίτια σε διάφορους οικισμούς, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζουν αυτά στους κεντρικούς δρόμους της αγοράς της Παροικιάς, που παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με τα νεοκλασικά της ηπειρωτικής Ελλάδας.

8. Λαϊκός πολιτισμός – Λαϊκή τέχνη

Το υψηλό πολιτιστικό επίπεδο του νησιού αντανακλάται και στο λαϊκό πολιτισμό του. Στην Πάρο διατηρούνται ακόμη παραδοσιακές γιορτές και έθιμα. Σημαντικότεροι είναι οι εορτασμοί των μεγάλων θρησκευτικών γιορτών και των τοπικών αγίων, με δρώμενα και μουσικοχορευτικές εκδηλώσεις. Οι Παριανοί είναι γνωστοί για τις μουσικές και χορευτικές τους επιδόσεις. Οι βασικοί χοροί είναι ο νησιώτικος συρτός και ο μπάλος. Τις Απόκριες, κυρίως στην περιοχή της Νάουσας, μαζί με τον μπάλο, χορεύεται ο αγέρανος. Είναι κυκλικός, αργός, τελετουργικός συρτός που πιστεύεται ότι απηχεί ανάλογους αρχαίους χορούς. Στην Πάρο παλιότερα τραγουδούσαν πολλά τραγούδια, ακριτικά, ιστορικά και ρίμες, καθώς και τα τραγούδια του Κλήδονα. Τα πιο δημοφιλή παραδοσιακά όργανα είναι η τσαμπούνα και το τουμπάκι.

Από τις λαϊκές τέχνες αυτή που γνώρισε τη μεγαλύτερη ανάπτυξη στην Πάρο ήταν η μαρμαρογλυπτική. Αντιπροσωπευτικά δείγματα είναι οι κρήνες και οι ανάγλυφες μαρμάρινες διακοσμήσεις σε εκκλησίες και ιδιωτικά κτήρια. Από τη μαρμαρογλυπτική επηρεάστηκαν και άλλες μορφές λαϊκής τέχνης, όπως η ξυλογλυπτική.