Μακρόνησος

1. Η γεωγραφική θέση και το όνομα της Μακρονήσου

Η Μακρόνησος ή το «νησί της Ελένης» εκτείνεται παράλληλα με τις νοτιοανατολικές ακτές της Αττικής, από τις οποίες απέχει περίπου 5 χλμ. Είναι ένα άνυδρο και άγονο νησί με έκταση 18 τ.χλμ., που πήρε το όνομά του από το χαρακτηριστικό επίμηκες σχήμα του. Τη δεύτερη ονομασία του, «Νησί της Ελένης», την οφείλει στο μύθο σύμφωνα με τον οποίο ο Πάρις έκρυψε την Ωραία Ελένη σε μια σπηλιά στη βόρεια πλευρά του νησιού.

2. Η Μακρόνησος στην Αρχαιότητα

Η Μακρόνησος κατοικείται ήδη κατά την Πρωτοκυκλαδική περίοδο. Στην περιοχή Λιονάρι (Προβάτσια) έχει ανακαλυφθεί οικισμός που χρονολογείται περίπου στο 2500 π.Χ. Επίσης, σε διάφορα σημεία του νησιού έχουν εντοπιστεί προϊστορικοί τάφοι και αρχαία λείψανα (όστρακα, εργαλεία οψιδιανού), ενώ στην περιοχή του Αγίου Γεωργίου σώζονται ίχνη κτηρίων και τάφων της Κλασικής περιόδου. Τέλος, σε ολόκληρο το νησί υπάρχουν υπόγειες στοές για την εξόρυξη μεταλλευμάτων που ανάγονται στους Αρχαίους αλλά και στους Νεότερους χρόνους.

3. Η Μακρόνησος ως τόπος εξορίας

Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων (1912-1913) υπήρχε για ένα χρόνο στο νησί στρατόπεδο αιχμαλώτων. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή (1922), εγκαταστάθηκαν για έξι μήνες πρόσφυγες, προτού προωθηθούν σε άλλες περιοχές.

Το «κολαστήριο» της Μακρονήσου αποτέλεσε κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949) στρατόπεδο ηθικής εξόντωσης και τρομοκράτησης των αντιφρονούντων, σε πρωτοφανή για την ιστορία της Ελλάδας κλίμακα.

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης εξορίστων στη Μακρόνησο ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1947, αρχικά ως στρατιωτική μονάδα για την απομόνωση στρατιωτικών με προϋπηρεσία στην Εθνική Αντίσταση μέσω της συμμετοχής σε αριστερές οργανώσεις. Οι πρώτοι κρατούμενοι που έφτασαν στο νησί στις 7 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου ήταν 1.100 έφεδροι και μόνιμοι αξιωματικοί οι οποίοι είχαν πολεμήσει στις τάξεις του ΕΛΑΣ. Σε αυτούς, ως τις αρχές του 1948, προστέθηκαν 15.000 απλοί στρατιώτες, ύποπτοι για αριστερά φρονήματα. Το 1948 εγκαινιάστηκε το στρατόπεδο πολιτικών εξορίστων, στο οποίο μεταφέρθηκαν 12.000 άνδρες και γυναίκες, εξόριστοι από άλλα νησιά (Άγιος Ευστράτιος, Ικαρία, Λήμνος). Τέλος, από τις αρχές του 1949 άρχισαν να στέλνονται στο νησί και απλοί πολίτες, που συλλαμβάνονταν προληπτικά στο πλαίσιο εκκαθαριστικών επιχειρήσεων. Υπολογίζεται ότι την περίοδο 1947-1950 πέρασαν από τη Μακρόνησο 27.000 οπλίτες, 1.100 αξιωματικοί και 30.000 πολίτες.

Επάνω στο νησί λειτούργησαν οι Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών (Σ.Φ.Α.), τα Α΄, Β΄ και Γ΄ Ειδικά Τάγματα Οπλιτών (ΑΕΤΟ, ΒΕΤΟ και ΓΕΤΟ), το στρατόπεδο των πολιτικών εξορίστων (Στρατόπεδο Πειθαρχημένης Διαβίωσης), το Πρότυπο Κέντρο Διαπαιδαγωγήσεως Ανηλίκων και το Στρατόπεδο Γυναικών, που εντάχθηκε σε ειδικό χώρο στο ΑΕΤΟ. Τις μονάδες αυτές τις διοικούσε ο Οργανισμός Αναμορφώσεως Μακρονήσου (ΟΑΜ), που υπαγόταν στο Γενικό Επιτελείο Στρατού.

Η αναμόρφωση των κρατουμένων αποσκοπούσε στην ηθική και πολιτική εξουθένωσή τους και υποτίθεται ότι ολοκληρωνόταν με την υπογραφή δήλωσης μετανοίας από τον αναμορφούμενο. Εκτός από τις κακές συνθήκες διαβίωσης σε αντίσκηνα, την κακή διατροφή και την έλλειψη του νερού, οι κρατούμενοι αντιμετώπιζαν ψυχολογική πίεση με μαθήματα «εθνικού προβληματισμού» και σωματική βία με βασανισμούς. Εκατοντάδες υπολογίζονται οι νεκροί από τις κακουχίες και τα βασανιστήρια ή οι δολοφονημένοι κατά τα γεγονότα της 29ης Φεβρουαρίου και της 1ης Μαρτίου 1948.

Μετά τη λήξη του Εμφυλίου Πολέμου καταργήθηκε το στρατόπεδο των πολιτικών κρατουμένων, αλλά ως και το 1955 διατηρήθηκαν τα τάγματα «σκαπανέων». Οι στρατιωτικές φυλακές Μακρονήσου, όπως μετονομάστηκε το στρατόπεδο της Μακρονήσου το 1955, καταργήθηκαν επίσημα το 1957 και από το 1961 το νησί εγκαταλείφθηκε. Στη συνέχεια, το ελληνικό κράτος αποφάσισε την αποξήλωση και την απομάκρυνση από το νησί όλων των χρήσιμων δομικών υλικών.

4. Η Μακρόνησος σήμερα

Στις 16 Μαΐου 1989, με την υπ’ αριθμ. 1985/252 απόφαση της τότε υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη, όλο το νησί της Μακρονήσου χαρακτηρίστηκε ιστορικός τόπος και όλα τα κτήρια και τα στρατόπεδα του νησιού ιστορικά διατηρητέα μνημεία. Ωστόσο, οι εργασίες αποκατάστασης και συντήρησης των κτισμάτων δεν έχουν ολοκληρωθεί.