1. Φυσικός χώρος – περιβάλλον
Ο Άγιος Ευστράτιος (γνωστός κυρίως ως Άη Στράτης) είναι ένα μικρό ηφαιστειογενές νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου, ανάμεσα στη Λήμνο, τη Λέσβο και τη Σκύρο. 'Εχει συνολική έκταση 42 τ.χλμ. και απέχει από τη Μύρινα της Λήμνου 21 ναυτικά μίλια. Οι βραχονησίδες Δασκαλιό, Βέλια και Δώδεκα Απόστολοι βρίσκονται γύρω από το νησί, που ουσιαστικά είναι ένας ορεινός όγκος με το μεγαλύτερο υψόμετρο στην κορυφή Σημάδι ύψους 298 μ. Η ελάχιστη βλάστηση του νησιού περιορίζεται στο βορειοανατολικό τμήμα του, όπου βρίσκονται δασώδεις εκτάσεις με βελανιδιές. Η μεγαλύτερη πεδιάδα του νησιού βρίσκεται στη θέση Αλωνίτσι, η οποία κατά το παρελθόν αποτελούσε εκτεταμένο αμπελώνα. Πολλά σπήλαια υπάρχουν στο νότιο τμήμα του νησιού. Ολόκληρο το νησί με την παράκτια περιοχή του έχει ενταχθεί στο περιβαλλοντικό δίκτυο "Natura 2000" ως "Τόπος Κοινοτικής Σημασίας" (ΤΚΣ).
Ο ομώνυμος οικισμός του Αγίου Ευστρατίου με το επίνειό του έχει 371 κατοίκους, που ασχολούνται κυρίως με την αλιεία και την κτηνοτροφία. Ωστόσο, σε όλη τη διάρκεια των Νεότερων χρόνων, και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’60, μεγάλο μέρος της οικονομίας στηριζόταν στη συλλογή βελανιδιών.
2. Ιστορία, αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία
Ιστορικά και περιηγητικά κείμενα ρίχνουν φως στην ιστορία του νησιού. Ο Παυσανίας ονομάζει το νησί Νέα, επειδή θεωρούνταν πως ήταν η νέα νήσος που αναδύθηκε από τη θάλασσα, όταν καταποντίστηκε η νήσος Χρυσή, βόρεια της Λήμνου. Στη θέση Άγιος Αλέξιος, στο Αλωνίτσι, βρίσκονται λείψανα προϊστορικού οικισμού της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3η χιλιετία π.Χ.), στο λόφο του Αγίου Μηνά ερείπια της αρχαίας πόλης και στην περιοχή Εβραϊκή κατάλοιπα αρχαίας νεκρόπολης. Το τωρινό όνομα του νησιού ανάγεται στην εποχή του Βυζαντίου και ειδικότερα στην ταραγμένη περίοδο της Εικονομαχίας. Τότε ο άγιος Ευστράτιος, που διωκόταν από τους εικονομάχους, αποβιβάστηκε στη νήσο αναζητώντας καταφύγιο σε μια σπηλιά, που και σήμερα φέρει το όνομά του. Μια επιτάφια εντοιχισμένη πλάκα στο ναό του αγίου Ευστρατίου αποτελεί μαρτυρία της ταφής του στη νήσο. Ωστόσο, η κάρα του αγίου φυλάσσεται στη μονή Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους, στην οποία το έτος 1024 ο Βασίλειος Β΄ παραχώρησε μεγάλο τμήμα από τη συνολική έκταση του νησιού. Ακόμα και σήμερα μεγάλο μέρος της γης ανήκει στα αγιορείτικα μοναστήρια, στις μονές Μεγίστης Λαύρας, Διονύσου και Καρακάλλου, που την επινοικιάζουν στους κατοίκους του νησιού. Έως το τέλος του 14ου αιώνα το νησί αποτέλεσε στόχο επιδρομών πειρατών, ενώ το 15ο αιώνα μάλλον ερημώθηκε, όπως φαίνεται και από το κείμενο του Οθωμανού γεωγράφου Πιρί Ρεΐς, ο οποίος στη δεκαετία του 1520 το περιγράφει ως ακατοίκητο (βλ. παραθέματα).
Στα μέσα περίπου του 16ου αιώνα πραγματοποιήθηκε η νέα και μόνιμη εγκατάσταση στην είσοδο του λιμανιού. Το 1693 οικοδομήθηκε στην περιοχή του κάστρου ο ναός των Πέντε Μαρτύρων με θαυμάσιες τοιχογραφίες. Όμως το μοναδικό δείγμα μεταβυζαντινής μνημειακής αρχιτεκτονικής που σώζεται, λόγω του καταστρεπτικού σεισμού του 1968, είναι ο ναός του Αγίου Βασιλείου που ανεγέρθηκε το 1727 στον τύπο της βασιλικής με τρούλο. Κατά τα Νεότερα χρόνια ανεγέρθηκαν στο νησί νεοκλασικά οικοδομήματα, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει η Μαράσλειος-Λογοθέτειος Σχολή, που λειτούργησε ως σχολείο πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης από το 1912 έως τον καταστροφικό σεισμό του 1968. Τότε ανεγέρθηκε και ο οικισμός του Αγίου Ευστρατίου στα βορειοδυτικά του νησιού.
Την περίοδο 1928-1963 ο Άγιος Ευστράτιος αποτέλεσε τόπο εξορίας. Μάλιστα από το 1936 έως το 1948 στο νησί υπήρχαν τριακόσιοι πολιτικοί εξόριστοι. Ο υποσιτισμός, οι ασθένειες και η ιστορική συγκυρία της Κατοχής τούς αποδεκάτισαν. Μεταξύ των εξορίστων συγκαταλέγονται άνθρωποι με πολύ σημαντική προσφορά στα γράμματα και στις τέχνες, όπως ο Κώστας Βάρναλης, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Νίκος Καρούζος και ο Μάνος Κατράκης. Ο τελευταίος μάλιστα, κατά τις δύσκολες μέρες της εξορίας (1951) ανέβασε στο νησί τους Πέρσες του Αισχύλου.
3. Ο Άγιος Ευστράτιος σήμερα
Σήμερα σημειώνεται σταδιακή τουριστική ανάπτυξη. Ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να απολαύσει την καθαρή θάλασσα που προσφέρουν οι παραλίες του Αγίου Αντωνίου, του Ταγαρίου, των Γουρνιών, του Καλαμιού, του Αϊδαριού κ.ά, στις οποίες η πρόσβαση γίνεται με βάρκες. Μικροί και γραφικοί όρμοι αρχίζουν από το λιμάνι έως το ακρωτήριο Τρυπητή. Ο ταξιδιώτης θα γευτεί το φρέσκο ψάρι, αλλά και τα εξαιρετικής ποιότητας γαλακτοκομικά προϊόντα. Το νησί έχει τακτική συγκοινωνία με τη Λήμνο, την Καβάλα, τη Μυτιλήνη και το λιμάνι της Ραφήνας.