Οι Σάμιοι που είχαν πολεμήσει ενάντια στον Πολυκράτη, βλέποντας ότι οι Λακεδαιμόνιοι ήταν έτοιμοι να τους παρατήσουν, εγκατέλειψαν επίσης το νησί και κατέφυγαν στη Σίφνο. Είχαν ανάγκη από χρήματα κι οι Σίφνιοι γνώριζαν μεγάλη ευημερία εκείνη την εποχή. Ήταν οι πλουσιότεροι απ' όλους τους νησιώτικους λαούς, αφού είχαν χρυσορυχεία και αργυρωρυχεία τόσο παραγωγικά που το ένα δέκατο των μετάλλων τους ήταν αρκετό για να στήσουν ένα θησαυρό στους Δελφούς διόλου κατώτερο σε αξία από τους πιο θαυμαστούς που υπάρχουν εκεί. Το υπόλοιπο κέρδος το μοιράζονταν κάθε χρόνο οι κάτοικοι του νησιού. Όταν έκαναν το θησαυρό τους στους Δελφούς, ζήτησαν να τους πει το μαντείο αν η ευημερία τους θα κρατούσε για πάντα. Η απάντηση της Πυθίας ήταν η εξής:
Όταν το πρυτανείο της σίφνου πάρει λαμπερό άσπρο χρώμα
και γίνει κατάλευκη η αγορά, τότε να προσέχει ένας άντρας με προνοητικότητα, γιατί έρχεται απειλή από τον ξύλινο εχθρό και τον κόκινο αγγελιαφόρο.
Πράγματι εκείνη την εποχή το πρυτανείο και η αγορά στη Σίφνο είχαν πρόσφατα διακοσμηθεί με μάρμαρο από την Πάρο.
Οι νησιώτες δεν μπόρεσαν να καταλάβουν τίποτα ούτε όταν πήραν το χρησμό ούτε αργότερα, όταν κατέφθασαν οι Σάμιοι. Αυτοί μόλις έφτασν στο νησί, έστειλαν ένα από τα πλοία τους στην πόλη με αντιπροσωπεία.Όλα τα πλοία εκείνη την εποχή είχαν τα πλευρά τους βαμμένα κόκκινα.Αυτό εννοούσε η Πυθία όταν προειδοποίησε τους Σιφναίους να προσέχουν τον "ξύλινο εχθρό και τον κόκκινο αγγελιαφόρο".
Ηροδότος, Ιστορίαι 3, 57-58
Οι Κρήτες καταπλέοντες στη Σίφνο επετέθησαν στην πόλη και εκφοβίζοντας και εξαπατώντας μπήκαν μέσα στα τείχη, εξανδραπόδισαν τους κατοίκους, σύλησαν τους ναούς των θεών και προσπάθησαν να φύγουν τη νύχτα.
Διόδωρος ο Σικελιώτης 31, 45, 1
...και οι Σίφνιοι επίσης ίδρυσαν ένα θησαυρό στους Δελφούς για τον εξής λόγο: στο νησί τους ανακαλύφθηκαν ορυχεία χρυσού και ο θεός παρήγγειλε σ’ αυτούς να φέρουν τη δεκάτη των προσόδων. Εκείνοι ίδρυσαν το θησαυρό και έφερναν τη δεκάτη. Όταν όμως από πλεονεξία έπαψαν να τη φέρνουν, η θάλασσα κατέκλυσε τα ορυχεία και τα εξαφάνισε.
Παυσανίας, Ελλάδος Περιήγησις 10, 11, 2-3