άμβων, ο
Το επίσημο βήμα σε ένα ναό για την ανάγνωση των Γραφών, την εκφώνηση του κηρύγματος κτλ.
|
θύρωμα, το
1. (Αρχ.) Άνοιγμα στον τοίχο της πρόσοψης του σκηνικού οικοδομήματος. Τα μεταξύ των θυρωμάτων διαστήματα διακοσμούνται με ζωγραφικούς πίνακες.2. (Βυζ.) Γενικά θύρωμα ονομάζεται το πολυτελές πλαίσιο θύρας από ξύλο, λίθο ή μάρμαρο. Συνήθως φέρει ανάγλυφο διάκοσμο.
|
κοινό νησιωτών, το
Ομοσπονδιακή οργάνωση των νησιών του Αιγαίου, η ίδρυση της οποίας αποδίδεται στον Αντίγονο Μονόφθαλμο και τοποθετείται χρονικά το 313 π.Χ. Το κοινό, που φαίνεται πως τέθηκε υπό την προστασία του ιερού του Απόλλωνα στη Δήλο, επέτρεπε στον Αντίγονο να ελέγχει τα νησιά και να τα χρησιμοποιεί ως εφαλτήριο για τη μετάβασή του στον κυρίως ελλαδικό χώρο. Εκτός από τη λατρεία του Απόλλωνα, στο κοινό θεσπίστηκαν λατρείες προς τιμή των Αντιγονιδών και αργότερα προς τιμή των Πτολεμαίων.
|
τέμπλο, το
Η διαχωριστική κατασκευή μεταξύ Ιερού Βήματος και κυρίως ναού. Αρχικά είχε την απλούστερη μορφή του χαμηλού φράγματος πρεσβυτερίου, στη συνέχεια όμως απέκτησε ύψος με την προσθήκη κιονίσκων και επιστυλίου. Από τον 11ο αιώνα και εξής, στα διαστήματα μεταξύ των κιονίσκων τοποθετήθηκαν εικόνες, ενώ αργότερα προστέθηκαν εικόνες και πάνω από το επιστύλιο, διαμορφώνοντας έτσι την έννοια εικονοστασίου. Τα τέμπλα αρχικά ήταν μαρμάρινα. Τα ξύλινα τέμπλα έκαναν την εμφάνισή τους από το 13ο αιώνα και εξής.
|