1. Εισαγωγή
Η αγροτική αρχιτεκτονική αποτελεί σημαντικό κομμάτι της πολιτιστικής κληρονομιάς του Αιγαίου που ακόμη δεν έχει ακόμη τύχει συστηματικής μελέτης και ουσιαστικής προστασίας.
Αγροτικά κτίσματα συναντάμε στην ενδοχώρα των περισσότερων νησιών είτε ως μεμονωμένα κτήρια είτε με τη μορφή συγκροτημάτων, και αποτελούν συστατικό στοιχείο του αγροτικού τοπίου του Αιγαίου μαζί με τους καλλιεργήσιμους αναβαθμούς, τα μονοπάτια και τις ξερολιθιές. Συναντώνται με ένα μεγάλο πλήθος παραλλαγών και ονομάτων. Στη Μύκονο ονομάζονται χωριά, στην Άνδρο κελλιά, στη Σίφνο θημωνιές. Σε κάθε περίπτωση είναι τεκμήρια του τρόπου ζωής των κατοίκων και του γεωκτηνοτροφικού μοντέλου παραγωγής που ακολουθήθηκε σε κάθε τόπο.
2. Αγροτικά κτίσματα
Τα αγροτικά κτίσματα αποτελούν κατά κύριο λόγο το εποχικό κατάλυμα του αγρότη ή του κτηνοτρόφου που βρίσκεται μακριά από τους οργανωμένους οικισμούς, μέσα στο χωράφι που καλλιεργεί ή στη περιοχή όπου βόσκει το κοπάδι του. Ο όρος περιλαμβάνει ένα σύνολο κτισμάτων και εγκαταστάσεων που είναι απαραίτητα για τη διαβίωση και εργασία των ανθρώπων και αντιστοιχούν σε κάποιο συγκεκριμένο είδος παραγωγής: γεωργικής, κτηνοτροφικής ή μικτής.
2. 1. Γεωργική μονάδα
Βασικό και κεντρικό στοιχείο αποτελεί το κτήριο που φιλοξενεί περιοδικά ή μόνιμα τους παραγωγούς. Η τυπική νησιώτικη αγροτική μονάδα είναι ένα ισόγειο μονόχωρο κτίσμα, οι περιορισμένες διαστάσεις του οποίου υπαγορεύονται από τις δυνατότητες των υλικών. Στην εξέλιξή του ο τύπος αυτός εμφανίζεται με προσθήκη χώρων σε σειρά ή σε γωνία είτε με την οργάνωση πιο πολύπλοκων συνθέσεων που αναπτύσσονται γύρω από μια αυλή. H κατοικία έχει δύο διακριτές ζώνες λειτουργίας: τη διημέρευση και τον ύπνο. Η λειτουργία της διημέρευσης οργανώνεται με χτιστά πεζούλια γύρω από τη γωνία του τζακιού-εστίας. Ο χώρος ύπνου –κοινός για όλα τα μέλη της οικογένειας– ήταν ταυτόχρονα και χώρος αποθήκευσης. Στα Δωδεκάνησα συναντάμε μια απλοποιημένη μορφή σοφά, ξύλινης υπερυψωμένης εξέδρας, που ονομάζεται στην Κάρπαθο κρεατσούλα και στη Λέρο κρέββατος. Από κάτω υπάρχουν αποθηκευτικός χώρος, το αμπάρι, και υπόγεια στέρνα για το μάζεμα του βρόχινου νερού από το δώμα. Πολλές φορές μεταξύ του εξωτερικού χώρου και του χώρου διημέρευσης παρεμβάλλεται ενδιάμεσος μεταβατικός χώρος, η στεγασμένη αυλή, που ονομάζεται στεγάδι στην Τζια και στη Σίφνο.
2. 2. Κτηνοτροφική ή μικτή μονάδα
Εκτός από την κατοικία των παραγωγών διακρίνουμε δύο ειδών παραρτήματα: αυτά που έχουν σχέση με τους καρπούς: το αλώνι, η αποθήκη, το πατητήρι, ο φούρνος, και αυτά που έχουν σχέση με την εκτροφή οικόσιτων ζώων: οι στάβλοι, το χαγιάτι, ο περιστεριώνας, ο χώρος για τους χοίρους.
Στα κτηνοτροφικά μέρη, όπως η Τζια, η Κάρπαθος και η Λήμνος, τα αγροτικά κτίσματα στην πιο απλή τους μορφή, που ονομάζονται αντίστοιχα σταβλία, στάβλοι ή βοσκαρέες και μάντρες, αποτελούν καταφύγια στα οποία ο βοσκός και τα ζώα μοιράζονται τον ίδιο χώρο. Σε εξελιγμένα παραδείγματα δημιουργείται ξεχωριστός χώρος για την εξυπηρέτηση αναγκών διαβίωσης αλλά και εργασιών όπως η τυροκομία. Ο χώρος όπου σταυλίζονται τα μεγάλα ζώα (βόδια, αγελάδες μοσχάρια) ονομάζεται στην Τήνο αβοϊδόστο, στη Μύκονο βοϊδοκέλλι, στη Σύρο βουδόμαντρα. Πρόκειται συνήθως για ένα μακρόστενο κτήριο με δύο πόρτες έτσι ώστε μπαίνοντας από τη μία ο χωρικός να ωθεί τα ζώα να βγαίνουν από την άλλη. Στην κτηνοτροφική Λήμνο συστατικό στοιχείο της τυπολογίας αποτελεί ένας ημιυπαίθριος ορθογώνιος κεραμοσκεπής χώρος, το χαγιάτι, όπου τα πρόβατα προστατεύονται από τη βροχή και τον ήλιο.
3. Βασικά στοιχεία της αγροτικής αρχιτεκτονικής
Απαραίτητο για τη γεωργική παραγωγή είναι το πέτρινο αλώνι. Τοποθετείται πάντοτε σε μέρη που τα πιάνει ο άνεμος ώστε να διευκολύνεται ο αποχωρισμός του ελαφρύτερου άχυρου από το βαρύτερο σπόρο. Οι φούρνοι, φουρμαριά στην Κω, φουρνοκέλλια στην Κάρπαθο, ψωμαδιά στη Λήμνο, χτίζονται σε κοντά στην κατοικία και είναι συνήθως μικρών διαστάσεων. Βασικό στοιχείο της αγροτικής αρχιτεκτονικής αποτελεί ο περιφραγμένος με ξερολιθιά υπαίθριος χώρος, γύρω από τον οποίον αναπτύσσονται οι κλειστοί χώροι του συγκροτήματος. Ο αυλόγυρος έχει λειτουργικά και συνθετικά ισότιμη σημασία με τις κτηριακές μονάδες. Στους αυλόγυρους των μαντριών και των στάβλων, που ονομάζονται ξώμαντρα στην Ανάφη, γίνεται η φύλαξη των ζώων και τελούνται διάφορες εργασίες όπως το άρμεγμα.
Η αγροτική αρχιτεκτονική των νησιών περιλαμβάνει και κτίσματα εξειδικευμένων χρήσεων, που τα συναντάμε ενίοτε μεμονωμένα, χωρίς δηλαδή να ανήκουν σε κάποιο οικογενειακό συγκρότημα, και πολλές φορές έχουν συλλογικό χαρακτήρα. Η ύπαρξή τους αποτελεί τεκμήριο της προβιομηχανικής τοπικής παραγωγής. Σε όλα τα νησιά υπάρχουν ανεμόμυλοι που εκμεταλλεύονται τους δυνατούς ανέμους του Αιγαίου, ενώ στις περιοχές που διαθέτουν νερό, όπως στην Τήνο και την Άνδρο, υπάρχουν νερόμυλοι. Συνδεδεμένα με την ελληνική ύπαιθρο είναι τα ελαιοτριβεία, τα οποία κατά το 19ο αιώνα λαμβάνουν χαρακτήρα βιομηχανικού κτηρίου. Μια άλλη ειδική κατηγορία αγροτικών κτηρίων είναι αυτά που αφορούν την παραγωγή τοπικών ποτών. Τα εργαστήρια παραγωγής κρασιού στην Κάρπαθο ονομάζονται αμπελόσπιτα και στη Σαντορίνη κάναβες, και αποτελούνται από πατητήρι εσωτερικά ή εξωτερικά, ληνό για τη συλλογή του μούστου και αποθήκη για το κρασί. Υπάρχουν ακόμη τα αποστακτήρια ρακής που ονομάζονται καζαναριά στη Νίσυρο και ρακίζια στην Τήνο. Μοναδικοί για την αρχιτεκτονική τους είναι οι περιστεριώνες της Τήνου και της Άνδρου. Χρησίμευαν για τη στέγαση των περιστεριών που έτρεφαν οι κάτοικοι για το κρέας τους και για το λίπασμα που άφηναν. Πρόκειται για περίοπτα κτήρια με έξοχες διακοσμητικές αναπαραστάσεις από σχιστόλιθο με συμβολικά σχήματα (κυπαρίσσι, ήλιος , ρόδακας κ.ά.).
4. Κατασκευή, μορφολογία και χωροθέτηση
Όλες οι κτηριακές μονάδες είναι λιθόκτιστες, είτε από ξερολιθιά είτε με αρμολόγημα το οποίο διαφέρει από τόπο σε τόπο. Εντυπωσιακό δείγμα της λαϊκής τεχνικής αποτελούν οι μάντρες της Λήμνου, με τη στιβαρή λιθοδομή και τους χοντρολαξευμένους μονόλιθους στα ανώφλια των ανοιγμάτων και στα πλαίσια των παραθύρων. Ο τρόπος στέγασης ποικίλλει ανάλογα με την οικοδομική παράδοση και τα υλικά κάθε τόπου. Στις Κυκλάδες κυριαρχεί το δώμα που εδράζεται σε ξύλινα δοκάρια από χονδρούς κορμούς δέντρων, τις τράβες, ή από λιθόκτιστα τόξα, πεσσούς ή και κεντρική κολόνα. Στην Τήνο και την Άνδρο, η φέρουσα τοιχοποιία είναι χτισμένη με το πανάρχαιο εκφορικό σύστημα, ώστε να μειώνεται το άνοιγμα, και η στέγαση γίνεται με μεγάλες πλάκες σχιστόλιθου, τα στεγάδια. Για τη μόνωση του δώματος χρησιμοποιούνται επάλληλες στρώσεις υλικών: φύκια, ελαφρόπετρα, λεπτά κλαδιά που ενίοτε στεγανοποιούνται από μια αδιάβροχη επίστρωση ηφαιστειακής γης. Στη Σαντορίνη, η χρήση της θηραϊκής γης ευνόησε την εύκολη κατασκευή και την επικράτηση της στέγασης με θόλο, μια συνήθεια που επεκτάθηκε και στη γειτονική Ανάφη. Στη Λήμνο και την Ικαρία η στέγαση γίνεται με δίρριχτη ή μονόριχτη σκεπή. Η ιδιοτυπία στην περίπτωση της Ικαρίας είναι ότι η σκεπή γίνεται από τοπική σχιστόπλακα.
Η αγροτική κατοικία του Αιγαίου είναι ένα υπόδειγμα κάλυψης βασικών αναγκών με εκπληκτική λιτότητα και πληρότητα. Αποτελεί γνήσια έκφραση μιας λαϊκής αρχιτεκτονικής παράδοσης χωρίς διακοσμητικές αξιώσεις, όπου το ενδιαφέρον δημιουργείται από την πλαστικότητα των όγκων, τη χρήση ορθογώνιων και καμπύλων στοιχείων, τη διαβάθμιση των σκιών επάνω στην αδρή τοιχοποιία και την ιδανική προσαρμογή με το φυσικό περιβάλλον. |